Να γιατί πρέπει να εκλείψει η ανοησία!

Γιατί κάνει ανόητο όποιον βρεθεί μπροστά της!

Μπήκαμε στην τελευταία βδομάδα του καλοκαιριού και μια θλίψη έχει αρχίσει να με κυριεύει, όπως υποψιάζομαι πως συμβαίνει και στους περισσότερους από σας.

Κι η θλίψη μεγαλώνει όταν ακούω ανθρώπους, που έχουν μόλις επιστρέψει από τις -έστω- ολιγοήμερες διακοπές τους, να εύχονται δεξιά κι αριστερά  «καλό χειμώνα».

Σήμερα λοιπόν, που δεν είχα και πολλά θέματα να καταπιαστώ, κατέφυγα στο διάβασμα.

Ρίχνοντας μια ματιά στη βιβλιοθήκη, το μάτι μου έπεσε πάνω σε κάτι σκονισμένα κείμενα του Μπρεχτ, που δεν ήμουν βέβαιος αν είχα ποτέ διαβάσει.

Γιατί συμβαίνει και αυτό: Κάθε φορά που διαβάζω έργα του νιώθω λες και τα διαβάζω πρώτη φορά…

Σταχυολόγησα, λοιπόν μερικά αποσπάσματα για να τα μοιραστώ μαζί σας.

«Να γιατί πρέπει να εκλείψει η ανοησία!»

«Εγκώμιο στην Αμφιβολία» (1936)

«Την ιστορία διαβάστε και θα δείτε την ξέφρενη φυγή ανίκητων στρατών. Παντού κάστρα απάτητα κυριεύονται και της Αρμάδας τα καράβια, που ήταν αμέτρητα σαν έκανε πανιά, στο γυρισμό εύκολα τα μετρούσες. […]

Α, όμορφο που ‘ναι το κούνημα του κεφαλιού για τις «ατράνταχτες» αλήθειες! […]

Μα απ’ όλες τις αμφιβολίες ομορφότερη είναι σαν οι φοβισμένοι, αδύναμοι σηκώνουν το κεφάλι και παύουν να πιστεύουν στων τυράννων τους τη δύναμη!».

Απόσπασμα από το «Εγκώμιο στην Αμφιβολία».

«Μια Φιλική Εξυπηρέτηση» (1927)

«Σαν παράδειγμα για τον σωστό τρόπο να βοηθάς τους φίλους ο κ. Κ. αφηγήθηκε τούτη την ιστορία:

Πήγαν κάποια παλικάρια σ’ έναν γέρο Άραβα και του είπαν:

«Ο πατέρας μας πέθανε. Μας άφησε κληρονομιά δεκαεφτά γκαμήλες και στη διαθήκη του ορίζει να πάρει ο μεγαλύτερος τις μισές, ο δεύτερος το ένα τρίτο και ο μικρότερος το ένα ένατο. Τώρα δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε στη μοιρασιά, βγάλε λοιπόν εσύ την απόφαση».

Ο Άραβας σκέφτηκε και είπε:

«Καθώς βλέπω για να κάνετε σωστή μοιρασιά, σάς χρειάζεται άλλη μια γκαμήλα. Εγώ έχω μια μονάχα, μα… ας είναι, σάς την παραχωρώ. Πάρτε την, κάντε τη μοιρασιά και φέρτε σε μένα ό,τι περισσέψει».

Τα παλικάρια πήραν την γκαμήλα, τον ευχαρίστησαν για τη φιλική εξυπηρέτηση και μοίρασαν μετά τις δεκαοχτώ γκαμήλες, έτσι που ο μεγαλύτερος πήρε τις μισές, που ήταν εννιά, ο δεύτερος το ένα τρίτο, που ήταν έξι, και ο μικρότερος το ένα ένατο που ήταν δυο.

Σαν χώρισαν όμως τις γκαμήλες είδαν με απορία ό,τι τους περίσσευε μία! Αυτή την επέστρεψαν στον γέρο φίλο τους και τον ευχαρίστησαν πάλι.

Ο κ. Κ. είπε ότι αυτή ήταν μια σωστή φιλική εξυπηρέτηση, γιατί δεν απαιτούσε μεγάλες θυσίες».

Από το «Ιστορίες του κ. Κόϋνερ».

«Μπαλάντα για την Έγκριση του Κόσμου» (1933)

«Δεν είμαι άδικος, μα ούτε και τολμηρός.
Και να που, σήμερα, μου δείξανε τον κόσμο τους.
Μόνο το ματωμένο δάχτυλό τους είδα μπρος.
Και είπα ευθύς: «Μ’ αρέσει ο νόμος τους».
[…]
Φονιάδες είδα, κι είδα πλήθος θύματα.
Μου λείπει θάρρος, μα όχι και συμπόνια.
Και φώναξα, βλέποντας τόσα μνήματα:
«Καλά τους κάνουν — για του έθνους την ομόνοια!»

Να φτάνουν είδα δολοφόνων στρατιές
κι ήθελα να φωνάξω: «Σταματήστε!»
Μα ξέροντας πως κρυφοκοίταζε ο χαφιές,
μ’ άκουσα να φωνάζω: «Ζήτω! Προχωρήστε!»

Απόσπασμα από την «Μπαλάντα για την Έγκριση του Κόσμου».

«Αγάπη για την Πατρίδα (μίσος για τους πατριδολάτρες)» (1935)

«Ο κ. Κ. δεν το έκρινε απαραίτητο να ζει σε μια συγκεκριμένη χώρα.

Έλεγε:

«Μπορώ να πεινάσω οπουδήποτε!»

Κάποτε όμως έλαχε να περνάει από μια πόλη, που την είχε κυριέψει ο εχθρός της χώρας που ζούσε. Εκεί, τον σταμάτησε ένας αξιωματικός του εχθρού και τον ανάγκασε να κατέβει από το πεζοδρόμιο.

Ο κύριος Κ. κατέβηκε, και τότε συνειδητοποίησε πως είχε οργιστεί με τον άνθρωπο εκείνο, και μάλιστα όχι μόνο ενάντια στον άνθρωπο, αλλά προπαντός με τη χώρα του ανθρώπου, τόσο πολύ, που ευχήθηκε την εξαφάνισή της από προσώπου γης.

–«Μα πώς έγινα μεμιάς εθνικιστής;»

αναρωτήθηκε ο κύριος Κ.

–«Γιατί βρέθηκε μπροστά μου ένας εθνικιστής».

Να γιατί πρέπει να εκλείψει η ανοησία! Γιατί κάνει ανόητο όποιον βρεθεί μπροστά της!».

Από το «Ιστορίες του κ. Κόϋνερ».

«Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια» (1935)

«Όποιος θέλει να πολεμήσει την ψευτιά και την αμάθεια και να γράψει την αλήθεια έχει να ξεπεράσει το λιγότερο πέντε δυσκολίες.

  • Πρέπει να έχει το θάρρος να γράψει την αλήθεια παρόλο που παντού την καταπνίγουν,
  • την εξυπνάδα να την αναγνωρίσει παρόλο που την σκεπάζουν παντού,
  • την τέχνη να την κάνει ευκολομεταχείριστη σαν όπλο,
  • την κρίση να διαλέξει εκείνους που στα χέρια τους η αλήθεια θ’ αποκτήσει δύναμη,
  • την πονηριά να τη διαδώσει ανάμεσα τους.

Αυτές οι δυσκολίες είναι μεγάλες για εκείνους που γράφουν κάτω από το φασισμό, υπάρχουν όμως και […] για όσους γράφουν σε χώρες της αστικής ελευθερίας. […]

Κι αυτές τις πέντε δυσκολίες πρέπει να τις ξεπερνάμε ταυτόχρονα, γιατί δεν μπορούμε να ερευνάμε την αλήθεια για τις βάρβαρες συνθήκες χωρίς να σκεφτόμαστε εκείνους που υποφέρουν κάτω απ’ αυτές, […]

πρέπει ταυτόχρονα να σκεφτόμαστε και πώς θα τους δώσουμε την αλήθεια με τρόπο, που να ‘ναι στα χέρια τους όπλο και με τόση πονηριά, που η μετάδοση αυτή να μην μπορεί ν’ ανακαλυφθεί και να εμποδιστεί απ’ τον εχθρό.

Τέτοιες, λοιπόν, είναι οι απαιτήσεις μας, όταν ζητάμε από τους συγγραφείς να γράψουν την αλήθεια».

Απόσπασμα από το «Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια».

Ροβεσπιέρος

Μοιραστείτε το