Print Friendly, PDF & Email

Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας – Μέρος 14ο

Οι βασικές μορφές του Mισθού Eργασίας

Συνέχεια από το 13ο μέρος

Υπάρχουν δύο βασικές μορφές του μισθού εργασίας, το χρονομίσθιο και η πληρωμή με το κομμάτι.

Το χρονομίσθιο

Είναι η μορφή εκείνη του μισθού εργασίας, όπου το μέγεθος της πληρωμής του εργάτη εξαρτάται από το χρόνο που εργάστηκε – ώρες, μέρες, βδομάδες, μήνες.

Μέτρο της πληρωμής του εργάτη για την εργασία του είναι η τιμή μιας ώρας εργασίας.

Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας – Μέρος 14ο

Αν και η ίδια η εργασία δεν έχει αξία και τιμή, ωστόσο για τον ορισμό του μεγέθους της πληρωμής του εργάτη χρησιμοποιείται η συμβατική ονομασία «τιμή της εργασίας».

Σαν μονάδα του μέτρου της «τιμής της εργασίας» χρησιμεύει η πληρωμή της εργασίας για μια ώρα εργασίας ή η τιμή της μιας ώρας εργασίας.

Η τιμή της μιας ώρας εργασίας υπολογίζεται με βάση τη διαίρεση της ημερήσιας αξίας της εργατικής δύναμης με τον αριθμό των ωρών της εργάσιμης μέρας.

Πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα στο συνολικό ποσό του μισθού εργασίας (μιας μέρας, βδομάδας, ενός μήνα) και την πληρωμή (ή την τιμή) μιας ώρας εργασίας.

α) Παραδείγματος χάριν, αν η ημερήσια αξία της εργατικής δύναμης είναι 80 ευρώ και αν η διάρκεια της εργάσιμης μέρας είναι 8 ώρες, τότε η τιμή της ημερήσιας εργασίας θα είναι 80 ευρώ και η τιμή της 1 ώρας εργασίας θα είναι 10 ευρώ (80 : 8).

Ας υποθέσουμε ακόμα ότι ο αναγκαίος χρόνος είναι 4 ώρες και ο πρόσθετος χρόνος εργασίας επίσης 4 ώρες.

Στο βαθμό, λοιπόν, που στη διάρκεια της εργάσιμης μέρας αναπαράγεται η ημερήσια αξία της εργατικής δύναμης, η οποία στην περίπτωση μας είναι 80 ευρώ, η αξία που δημιουργείται από τον εργάτη στην κάθε ώρα εργασίας στα πλαίσια του αναγκαίου χρόνου εργασίας, θα είναι 20 ευρώ.

Ο εργάτης όμως εργάζεται με την ίδια ένταση και παραγωγικότητα στη διάρκεια ολόκληρης της εργάσιμης ημέρας.

Δηλαδή, ο εργάτης για κάθε εργάσιμη ώρα δημιουργεί αξία που είναι ίση με 20 ευρώ. Ο καπιταλιστής πληρώνει την κάθε ώρα εργασίας με 10 ευρώ.

Τη διαφορά των 10 ευρώ που δημιουργεί ο εργάτης στη διάρκεια της κάθε ώρας της εργάσιμης μέρας στα πλαίσια του πρόσθετου χρόνου εργασίας την ιδιοποιείται εντελώς δωρεάν ο καπιταλιστής με την ιδιότητα της υπεραξίας.

Συνεπώς, η συνολική αξία που δημιουργεί ο μισθωτός εργάτης στη διάρκεια των 8 ωρών της εργάσιμης μέρας ανέρχεται στα 160 ευρώ από τα οποία τα 80 ευρώ επιστρέφονται στον εργάτη με τη μορφή του μισθού εργασίας για την αναπλήρωση της εργατικής του δύναμης και τα υπόλοιπα 80 ευρώ τα ιδιοποιείται ο καπιταλιστής με τη μορφή της υπεραξίας.

Στην προκειμένη περίπτωση, η τιμή της 1 ώρας εργασίας είναι τόσες φορές μικρότερη από την αξία, όσες φορές είναι μικρότερος ο αναγκαίος χρόνος εργασίας από το συνολικό χρόνο εργασίας.

Αυτό σημαίνει ότι στη διάρκεια της κάθε μιας ώρας εργασίας της εργάσιμης μέρας ο εργάτης προσφέρει στον καπιταλιστή μια ορισμένη ποσότητα υπεραξίας.

Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας – Μέρος 14ο
Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας – Μέρος 14ο

Και, μάλιστα, όσο πιο χαμηλή είναι η τιμή της εργασίας με αμετάβλητους όλους τους άλλους όρους, τόσο πιο μεγάλη είναι η μάζα και το ποσοστό της υπεραξίας.

Με άλλα λόγια τόσο πιο υψηλός είναι ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης από την αστική τάξη.

β) Με το ανέβασμα του ημερομίσθιου η τιμή της μιας ώρας εργασίας μπορεί να παραμένει αμετάβλητη ή και να πέσει, αν στο μεταξύ μεγαλώσει η διάρκεια της εργάσιμης ημέρας.

Π.χ. αν το ημερομίσθιο ανέβει από 80 ευρώ σε 84 ευρώ και η εργάσιμη μέρα μεγαλώσει από 8 σε 10 ώρες, η τιμή της μιας ώρας εργασίας στην περίπτωση αυτή θα κατέβει στα 8,4 ευρώ (84 : 10).

γ) Η αύξηση της εντατικότητας της εργασίας σημαίνει στην ουσία πτώση της τιμής της μιας ώρας εργασίας, γιατί, ενώ γίνεται μεγαλύτερη δαπάνη εργασίας, που στην πραγματικότητα ισοδυναμεί με παράταση της εργάσιμης μέρας, η πληρωμή μένει η παλιά.

Οταν οι όροι για την πώληση των εμπορευμάτων είναι ευνοϊκοί, ο καπιταλιστής παρατείνει την εργάσιμη μέρα, και καθιερώνει τις υπερωρίες.

δ) Αν πάλι οι όροι της αγοράς είναι δυσμενείς και ο καπιταλιστής είναι υποχρεωμένος να ελαττώσει τον όγκο της παραγωγής, τότε περιορίζει την εργάσιμη μέρα και εφαρμόζει το ωρομίσθιο.

Αν η εργάσιμη μέρα περιοριστεί και διατηρηθεί η προηγούμενη πληρωμή της εργασίας ανά ώρα, το ημερομίσθιο του εργάτη θα μειωθεί.

Δηλαδή, το ωρομίσθιο με όχι πλήρη εργάσιμη μέρα ή με όχι πλήρη εργάσιμη βδομάδα κατεβάζει πάρα πολύ το μισθό εργασίας.

Π.χ. αν η εργάσιμη μέρα περιοριστεί από 8 σε 6 ώρες και διατηρηθεί η προηγούμενη πληρωμή της εργασίας προς 10 ευρώ την ώρα, το ημερομίσθιο του εργάτη θα είναι όλο και όλο 60 ευρώ (10 x 6).

Συμπέρασμα

Ο εργάτης χάνει στην πληρωμή όχι μόνο όταν παρατείνεται υπέρμετρα η εργάσιμη μέρα, αλλά και όταν αναγκάζεται να μη δουλεύει ολόκληρο το χρόνο εργασίας.

Στην προκειμένη περίπτωση μπορεί κανείς να νομίσει ότι τα συμφέροντα του εργάτη δε ζημιώθηκαν.

Ο εργάτης παίρνει λιγότερα, γιατί εργάζεται λιγότερο και ότι η «τιμή εργασίας» δεν έπεσε. Φαίνεται ότι ο καπιταλιστής πληρώνει την ίδια τιμή για την εργασία του.

Στην πραγματικότητα, όμως, γίνεται μείωση του μισθού εργασίας κάτω από την αξία της Εργατικής Δύναμης, (ΕΔ).

Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας – Μέρος 14ο

Στο παράδειγμά μας, αν η αξία της εργατικής δύναμης είναι 80 ευρώ και όχι 60 ευρώ = (10 x 6), αν δουλεύει 6 ώρες, τότε:

Με τα 60 ευρώ ο εργάτης δεν μπορεί να αναπαραγάγει την εργατική του δύναμη, γιατί ο καπιταλιστής την πληρώνει κάτω από την αξία της.

Το γεγονός αυτό κρύβεται από την «τιμή εργασίας», αφού το ωρομίσθιο δεν άλλαξε, άρα συμπεραίνουν ότι ο εργάτης δεν έχει καμιά αξίωση από τον καπιταλιστή.

Η πραγματικότητα είναι άλλη.

Με την αλλαγή των εργασιακών σχέσεων:

«Ο κεφαλαιοκράτης μπορεί τώρα να βγάζει από τον εργάτη μια ορισμένη ποσότητα υπερεργασίας, χωρίς να του παραχωρεί τον αναγκαίο χρόνο εργασίας.

Μπορεί να εκμηδενίζει κάθε κανονικότητα στην απασχόληση και, απόλυτα σύμφωνα με την ευκολία, την αυθαιρεσία και το συμφέρον του της στιγμής, να εναλλάσσει την πιο τρομερή υπερβολική εργασία με τη σχετική ή ολοκληρωτική ανεργία».[1]

Στις συνθήκες της σύγχρονης μαζικής παραγωγής, με το σύστημα της αλυσίδας, η απόδοση των εργατών καθορίζεται:

α) Από την ταχύτητα της κίνησης της μεταφορικής ταινίας.
β) Από το ρυθμό της αλυσίδας.

Γι’ αυτό ο μισθός εργασίας με το κομμάτι είναι οικονομικά ασύμφορος για τον καπιταλιστή.

Η πληρωμή με το κομμάτι

Μετανάστες

Είναι εκείνη η μορφή του μισθού εργασίας, όπου το μέγεθος του μισθού εργασίας εξαρτάται από την ποσότητα των προϊόντων που παράγονται στη μονάδα του χρόνου.

Το κάθε κομμάτι πληρώνεται σύμφωνα με καθορισμένες τιμές.

Οταν ο καπιταλιστής καθορίζει τα τιμολόγια υπολογίζει:

α) Το ημερήσιο χρονομίσθιο του εργάτη, και
β) την ποσότητα των προϊόντων που παράγει μέσα σε μια μέρα, και εδώ συνήθως παίρνεται σαν μέτρο η ανώτατη παραγωγή του εργάτη.

Π.χ.: Αν το μέσο μεροκάματο στο δοσμένο κλάδο παραγωγής είναι 80 ευρώ και η ποσότητα ενός ορισμένου είδους προϊόντων που παράγει ο εργάτης είναι 50 κομμάτια, τότε η διατίμηση για κάθε κομμάτι αυτού του προϊόντος θα είναι: 1,60 ευρώ (80 : 50).

Την πληρωμή με το κομμάτι ο καπιταλιστής την καθορίζει έτσι, ώστε ο ωριαίος μισθός του εργάτη να μην είναι μεγαλύτερος απ’ ό,τι στην πληρωμή με το χρονομίσθιο.

Μόλις, όμως, μια σημαντική μερίδα των εργατών πετύχει ένα νέο, πιο ψηλό επίπεδο εντατικότητας της εργασίας, ο καπιταλιστής κατεβάζει τις τιμές που πληρώνει στους εργάτες για τα κομμάτια.

Π.χ.: Αν στο παράδειγμά μας η πληρωμή για το κάθε κομμάτι ελαττωθεί στο μισό (50%), ο εργάτης για να διατηρήσει τον προηγούμενο μισθό εργασίας, είναι υποχρεωμένος να εργάζεται διπλά, δηλαδή είναι αναγκασμένος:

α) Να αυξήσει το χρόνο εργασίας ή β) να ανεβάσει ακόμα περισσότερο την εντατικότητα της εργασίας, ώστε να παράγει στη διάρκεια της μέρας όχι 50, αλλά 100 κομμάτια (πριν 50 κομμάτια = 80 ευρώ, τώρα 100 κομμάτια πάλι 80 ευρώ, αντί των 160 ευρώ (100 x 1,60 €).

Οι επιπτώσεις για τον εργάτη

Στις σύγχρονες συνθήκες του καπιταλισμού παρατηρείται η τάση για την επέκταση της εφαρμογής του χρονομίσθιου.

Η παράταση της εργάσιμης μέρας, ακόμη και όταν πληρώνεται ακριβότερα (υπερωρίες, βάρδιες) αποτελεί παράγοντα επιδείνωσης της κατάστασης του εργάτη, τόσο από οικονομική, όσο και από κοινωνική άποψη.

Από οικονομική, γιατί η αυξημένη πληρωμή κατά κανόνα δεν αντισταθμίζει μακροπρόθεσμα την αυξημένη φθορά του ανθρώπινου οργανισμού.

Και από κοινωνική, γιατί στερεί από τον εργάτη τον ελεύθερο χρόνο, του αποκλείει ή του αποδιοργανώνει την κοινωνική ζωή.

«Ο χρόνος είναι ο χώρος της ανθρώπινης ανάπτυξης».[2]

Ο άνθρωπος χωρίς ελεύθερο χρόνο – για κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική δράση είναι σε κατάσταση άκρας κατάπτωσης.

ΠΑΜΕ
Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας – Μέρος 14ο (Οταν η εργατική τάξη καταλαβαίνει την ουσία της εκμετάλλευσης)

Στην προκειμένη περίπτωση:

«Ο εργάτης προσπαθεί να διατηρήσει τη μάζα του μισθού εργασίας του, δουλεύοντας περισσότερες ώρες είτε προσφέροντας περισσότερα μέσα στην ίδια ώρα…Το αποτέλεσμα είναι ότι: όσο περισσότερο δουλεύει τόσο μικρότερο μισθό παίρνει…».[3]

Το χρονομίσθιο και ο μισθός με το κομμάτι συχνά χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα μέσα στις επιχειρήσεις.

Και οι δύο μορφές είναι απλώς δύο διαφορετικοί τρόποι αύξησης της εκμετάλλευσης του προλεταριάτου.

Σε ό,τι αφορά το χρονομίσθιο και το μισθό με το κομμάτι ο Μαρξ γράφει:

«Και οι δύο μορφές του μισθού υπάρχουν ταυτόχρονα, η μια δίπλα στην άλλη στους ίδιους κλάδους παραγωγής».[4]

Συνεχίζεται με το 15ο μέρος

Σημειώσεις:

[1]. Καρλ Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 1, σελ. 563.
[2]. Καρλ Μαρξ: «Διαλεκτά Εργα», τ. 1, σελ. 520.
[3]. Καρλ Μαρξ – Φρ. Ενγκελς: «Μισθωτή εργασία και κεφάλαιο», Διαλεκτά Εργα», τ. 1, σελ. 105.
[4]. Καρλ Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 1, σελ. 569.

Του Γιώργου Πολυμερίδη

Πηγή: Ριζοσπάστης

(Visited 382 times, 1 visits today)