«Τα ψέματα του Χρουστσόφ», του Grover Furr
Το βιβλίο «Τα ψέματα του Χρουστσόφ» του καθηγητή Grover Furr καταπιάνεται με ένα από τα πιο κρίσιμα γεγονότα στην ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος: Τη διαβόητη «Μυστική Έκθεση» του Νικίτα Χρουστσόφ στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956.
Ο Furr, βασιζόμενος σε πλήθος πρωτογενών πηγών, τεκμηριώνει ότι αυτή η έκθεση, η οποία αποτέλεσε τη βάση για την εκστρατεία αποσταλινοποίησης και τη γενικευμένη συκοφάντηση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ, ήταν γεμάτη ανακρίβειες, παραποιήσεις και σκόπιμα ψεύδη.
Πρόκειται για ένα έργο που έρχεται να αμφισβητήσει τη «δεδομένη» ιστοριογραφία, ανοίγοντας έναν νέο κύκλο μελέτης και πολιτικής αναστοχαστικότητας.
Ο συγγραφέας δεν περιορίζεται στην αποδόμηση της έκθεσης Χρουστσόφ, αλλά προχωρά ένα βήμα παραπέρα, καλώντας μας να επανεξετάσουμε συνολικά την περίοδο της σταλινικής ηγεσίας, όχι με ρομαντισμό ή απόρριψη, αλλά με τη διάθεση να μάθουμε από τις επιτυχίες και τα λάθη του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Όπως σημειώνει και ο ίδιος στον πρόλογό του για την ελληνική έκδοση, το βιβλίο αυτό είναι μια προσπάθεια συμβολής στη βαθύτερη κατανόηση των ιστορικών διεργασιών που οδήγησαν όχι μόνο στην κρίση, αλλά και στην ανατροπή του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ.
Είναι επίσης μια προσπάθεια αποκατάστασης της ιστορικής αλήθειας, που αφορά τόσο τον Στάλιν όσο και όλους εκείνους τους κομμουνιστές που θυσίασαν τη ζωή τους για έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση.
Η έκδοσή του στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Αυτομόρφωση» δεν είναι τυχαία.
Όπως τονίζει ο εκδότης, Γιάννης Αγιαννιτόπουλος, η Ελλάδα έχει τη δική της τραγική εμπειρία από τις συνέπειες του χρουστσοφισμού, με τη διάσπαση του κομμουνιστικού κινήματος και τη συκοφάντηση χιλιάδων αγωνιστών που παρέμειναν πιστοί στις επαναστατικές αρχές.
Η ελληνική έκδοση έρχεται, λοιπόν, να καλύψει ένα τεράστιο κενό και να συμβάλει σε μια πιο τεκμηριωμένη, πιο τολμηρή συζήτηση για το παρελθόν και το μέλλον του κομμουνιστικού κινήματος.
Η Μαρία Γεωργούλια, με φροντίδα και επιστημονική ακρίβεια, επιμελήθηκε τη μετάφραση του βιβλίου ώστε να είναι προσιτό στο ελληνικό κοινό, χωρίς να χαθεί ούτε η λεπτομέρεια ούτε η πυκνότητα της τεκμηρίωσης.
Το βιβλίο δεν μας ζητά απλώς να το διαβάσουμε. Μας προκαλεί να ερευνήσουμε, να αναστοχαστούμε και – γιατί όχι – να εμπνευστούμε!
Σας καλούμε, λοιπόν, να το προσεγγίσετε όχι μόνο ως ιστορικό ντοκουμέντο αλλά και ως εργαλείο επαναθεμελίωσης της συλλογικής μας μνήμης και της επαναστατικής μας σκέψης.