Print Friendly, PDF & Email

Ο Οπορτουνισμός ως Πολιτικό Ρεύμα – Μέρος 4ο

H ιστορική εξέλιξη του Οπορτουνισμού ως ρεύματος

Συνέχεια από το 3ο Μέρος

Ο οπορτουνισμός σε ιδεολογικό, πολιτικό, οργανωτικό επίπεδο, ως τάση νόθευσης των επαναστατικών χαρακτηριστικών του επαναστατικού εργατικού κινήματος, της μαχόμενης πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης έχει τη ρίζα του στην ίδια την καπιταλιστική εξέλιξη.

Ο Οπορτουνισμός ως Πολιτικό Ρεύμα - Μέρος 4οΚατά την έναρξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου ο «δεξιός» οπορτουνισμός αναπτύχθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε κυριάρχησε στο σύνολο σχεδόν του επαναστατικού εργατικού κινήματος και οδήγησε τη Β΄ Διεθνή στην πλήρη και ολοκληρωτική χρεοκοπία.

Χρειάστηκε ο απόλυτος ιδεολογικός, πολιτικός και οργανωτικός διαχωρισμός των επαναστατικών δυνάμεων από τις συμβιβασμένες προδοτικές δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, προκειμένου να αναδυθεί το επαναστατικό εργατικό κίνημα με την ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική μορφή του κομμουνιστικού κινήματος.

Στο διαχωρισμό ηγήθηκε ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά ο Λένιν.

Σε άρθρο του στην εφημερίδα «Σόσιαλ Ντεμοκράτ», αρ. φύλλου 36, στις 9 Ιανουαρίου του 1915, με τίτλο:

«Και τώρα;…»,

αναφερόμενος στα καθήκοντα των εργατικών κομμάτων απέναντι στον οπορτουνισμό και το σοσιαλσωβινισμό, διακήρυττε:

«Ο τύπος των σοσιαλιστικών κομμάτων της εποχής της ΙΙ Διεθνούς ήταν: Ένα κόμμα που ανεχόταν στις γραμμές του τον οπορτουνισμό, έναν οπορτουνισμό που συσσωρευόταν ολοένα και περισσότερο στις δεκαετίες της «ειρηνικής» περιόδου, που όμως διατηρούνταν μυστικός, προσαρμοζόταν στους επαναστάτες εργάτες, δανειζόταν από αυτούς τη μαρξιστική ορολογία και απόφευγε κάθε σαφή διαχωρισμό αρχών.

Ο τύπος αυτός έφαγε το ψωμί του. Αν ο πόλεμος τελειώσει το 1915, θα βρεθούν άραγε ανάμεσα στους μυαλωμένους σοσιαλιστές άνθρωποι που θα θελήσουν το 1916 να ξαναρχίσουν την ανασυγκρότηση των εργατικών κομμάτων μαζί με τους οπορτουνιστές,

ξέροντας από πείρα ότι στην επόμενη κρίση – οποιουδήποτε είδους και αν είναι – όλοι τους αυτοί (και μαζί τους και όλοι οι άνθρωποι που τα έχουν χαμένα) θα ταχθούν με το μέρος της αστικής τάξης, που οπωσδήποτε θα βρει κάποιο πρόσχημα για να απαγορέψει να γίνει λόγος για ταξικό μίσος και ταξική πάλη».1

Οπως ανέλυσε ο Λένιν, ο οπορτουνισμός είναι κοινωνικό προϊόν μιας ολόκληρης ιστορικής εποχής, είναι προϊόν της σχετικά «ειρηνικής» περιόδου του 1871-1914 στην εξέλιξη του εργατικού κινήματος και όχι κάτι τυχαίο, ένα σφάλμα, αστοχία, προδοσία ορισμένων ατόμων.2

Ο Λένιν αναφέρεται στο πώς αυτή η εποχή έμαθε στην εργατική τάξη να χρησιμοποιεί σπουδαία μέσα πάλης, όπως ο κοινοβουλευτισμός και οι άλλες νόμιμες δυνατότητες, η ίδρυση μαζικών οικονομικών και πολιτικών οργανώσεων, ο εργατικός τύπος σε πλατιά κλίμακα και άλλα.

Ταυτόχρονα ανέδειξε ότι αυτή η εποχή γέννησε και την τάση για άρνηση της ταξικής πάλης, ως πάλης για την εξουσία, την άρνηση της σοσιαλιστικής επανάστασης, τη γενική άρνηση των παράνομων οργανώσεων, την προπαγάνδιση της «κοινωνικής ειρήνης» και την αναγνώριση του αστικού πατριωτισμού.

Στις Θέσεις του 2ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς, στη διαμόρφωση των οποίων συνέβαλε καθοριστικά ο Λένιν, γίνεται η εξής εκτίμηση για αυτή τη μακρά περίοδο:

«Από αυτό προέρχονται η προσαρμογή της κοινοβουλευτικής τακτικής των σοσιαλιστικών κομμάτων προς την νομοθετική δράση των αστικών κοινοβουλίων, η διαρκώς αυξανόμενη σημασία του αγώνα για εισαγωγή μεταρρυθμίσεων μέσα στο περιθώριο του καπιταλισμού, η επικράτηση του λεγόμενου «μίνιμουμ» προγράμματος των σοσιαλιστικών κομμάτων και η χρησιμοποίηση ενός «μάξιμουμ» προγράμματος που απέβλεπε σε έναν απομακρυσμένο «τελικό σκοπό».

Πάνω σε αυτή τη βάση αναπτύχθηκαν έπειτα τα συμπτώματα του κοινοβουλευτικού ανταγωνισμού, της διαφθοράς, της φανερής ή κρυφής προδοσίας των πιο στοιχειωδών συμφερόντων της εργατικής τάξης».3

Ο Οπορτουνισμός ως Πολιτικό Ρεύμα - Μέρος 4οΣτις συνθήκες του πολέμου του 1914-1915, «μιας τόσο μεγάλης καμπής της ιστορίας», ο Λένιν θέτει επιτακτικά ότι:

«Η στάση απέναντι στον οπορτουνισμό δεν μπορεί να μείνει η παλιά».4

Καθοριστικό στοιχείο ήταν η στάση της οπορτουνιστικής σοσιαλδημοκρατίας απέναντι στον πόλεμο, απέναντι στην αστική τάξη της χώρας της.

Ο Λένιν υποστήριζε ότι στις συνθήκες της κρίσης (οικονομικής και πολιτικής κρίσης που έφερε ο πόλεμος) τα εργατικά κόμματα -η τότε σοσιαλδημοκρατία- όφειλαν να περάσουν στην παράνομη δουλειά, να επωφεληθούν από την κρίση και τις ψυχικές διαθέσεις των εργατών για να:

«Ξεσηκώσουν το λαό και να επιταχύνουν την κατάρρευση του καπιταλισμού».5

Αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Ο τροχός της ιστορίας δεν μπορεί να γυρίσει προς τα πίσω, ούτε να σταματήσει- μπορεί και πρέπει να τραβάει κανείς άφοβα μπροστά, από τις προπαρασκευαστικές νόμιμες, αιχμάλωτες στον οπορτουνισμό οργανώσεις της εργατικής τάξης στις επαναστατικές οργανώσεις του προλεταριάτου,

που ξέρουν να μην περιορίζονται στην νομιμότητα και είναι ικανές να εξασφαλίσουν τον εαυτό τους από την οπορτουνιστική προδοσία, στις οργανώσεις του προλεταριάτου που ορθώνεται «στον αγώνα για την εξουσία», στον αγώνα για την ανατροπή της αστικής τάξης».6

Η πολεμική απέναντι στη συγκροτημένη και προδοτική σοσιαλδημοκρατία (Β΄ Διεθνής) εκ μέρους του κομμουνιστικού κινήματος (Γ΄ Διεθνής) υπήρξε έντονη σε όλη τη δεκαετία του 1920.

Tη δεκαετία του 1930 τα κομμουνιστικά κόμματα ακολούθησαν τη γραμμή της συγκρότησης αντιφασιστικών μετώπων, την οποία επεξεργάστηκε και πρόβαλε ενιαία η Κομμουνιστική Διεθνής (Γ΄ Διεθνής) στο 7ο Συνέδριό της (25 Ιουλίου έως 21 Αυγούστου 1935).

Κάθε ΚΚ, πρωτοστατώντας στην πάλη στη δική του χώρα, υπεράσπιζε ταυτόχρονα τη Σοβιετική Ένωση, τη νέα σοσιαλιστική κοινωνία, που είχε γίνει φάρος και ελπίδα όλων των λαών.

Στα μέσα του πολέμου (1943) η Κομμουνιστική Διεθνής αποφάσισε την αυτοδιάλυσή της.

Αρνητική εξέλιξη για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα ήταν η έλλειψη κέντρου συντονισμένης επεξεργασίας της επαναστατικής στρατηγικής για τη μετατροπή του αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ή στην ξένη κατοχή σε αγώνα για την εξουσία, ως ενιαίο καθήκον που αφορούσε το κάθε ΚΚ στις συνθήκες της δικής του χώρας.

Ανεξάρτητα από τις αιτίες που οδήγησαν στη διάλυση της ΚΔ, είναι αντικειμενική η ανάγκη το κομμουνιστικό κίνημα σε διεθνές επίπεδο να διαμορφώνει ενιαία επαναστατική στρατηγική, να σχεδιάζει και να συντονίζει τη δράση του.

Ο Οπορτουνισμός ως Πολιτικό Ρεύμα - Μέρος 4οΗ όλη εξέλιξη έδειξε ότι στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης η αντιφασιστική πάλη οδήγησε στην ανατροπή της αστικής εξουσίας και με την άμεση διεθνιστική στήριξη των λαϊκών κινημάτων από τον Κόκκινο Στρατό.

Ωστόσο στην καπιταλιστική δύση τα ΚΚ δεν κατόρθωσαν να διαμορφώσουν στρατηγική μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου ή του απελευθερωτικού αγώνα σε πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας.

Βρέθηκαν αδύναμα απέναντι στην ευελιξία της αστικής τάξης της χώρας τους να διαμορφώνει συμμαχίες υπεράσπισης της εξουσίας της και να αναδιατάσσει έγκαιρα τις διεθνείς συμμαχίες της.

Μεταπολεμικά, το κομμουνιστικό κίνημα είχε να αντιμετωπίσει μια νέα κατάσταση

Η ΕΣΣΔ βρέθηκε μπροστά σε νέες συνθήκες, σε νέες δυσκολίες της ταξικής πάλης εσωτερικά και διεθνώς, σε νέες ιδεολογικές και πολιτικές προκλήσεις.

Ο υποκειμενικός παράγοντας, πρώτα από όλα τα κομματικά και επομένως και τα κυβερνητικά στελέχη, λόγω και των μεγάλων απωλειών που είχε υποστεί το κόμμα στον πόλεμο, βρέθηκε πιο ευάλωτος στις νέες δυσκολίες της ταξικής πάλης, στις νέες απαιτήσεις του επαναστατικού κινήματος για την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Η ιμπεριαλιστική στρατηγική του «ψυχρού» πολέμου υπό την απειλή ενός πυρηνικού πλήγματος κατά της ΕΣΣΔ, η όξυνση της ταξικής πάλης στις νέες σύμμαχες δυνάμεις της ΕΣΣΔ, η ευέλικτη στάση του ιμπεριαλισμού απέναντί τους με στόχο τη διάσπαση της συνοχής της σοσιαλιστικής κοινότητας,

οι οπορτουνιστικές στρατηγικές παρεκκλίσεις των κομμουνιστικών κομμάτων στη Δυτική Ευρώπη και όχι μόνο, επέδρασαν στη δεξιά οπορτουνιστική στροφή του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ.

Ο Οπορτουνισμός ως Πολιτικό Ρεύμα - Μέρος 4οΙδιαίτερα στη δεκαετία του 1950 η ΕΣΣΔ χρειαζόταν διεθνείς συμμαχίες, τη στήριξη του κομμουνιστικού κινήματος της Δυτικής Ευρώπης και των ΗΠΑ. Σταδιακά αμβλύνθηκε το μέτωπο του ΚΚΣΕ απέναντι σε οπορτουνιστικές εκτιμήσεις και στρατηγικές επιλογές αυτού του ποσοτικά ισχυρού τμήματος του κομμουνιστικού κινήματος.

Στη στρατηγική των κομμουνιστικών κομμάτων, που δρούσαν στα αναπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη, επικράτησε η γραμμή της μεταρρύθμισης, της διεκδίκησης συμμετοχής στη διακυβέρνηση χωρίς να προηγηθεί η επαναστατική ανατροπή της αστικής εξουσίας.

Επικράτησε η γραμμή της αξιοποίησης του αστικού κοινοβουλίου για την ανάδειξη κυβερνήσεων αντιμονοπωλιακών, δημοκρατικών, στις οποίες θα συμμετείχαν και τα κομμουνιστικά κόμματα.

Διαμορφώθηκαν κοινά προγράμματα κομμουνιστικών και σοσιαλιστικών κομμάτων. Η κλασσική σοσιαλδημοκρατία εξελίχθηκε σε εναλλακτικό διαχειριστή του συστήματος, σε αρκετές περιπτώσεις και με τη στήριξη των κομμουνιστικών κομμάτων.

Αμβλύνθηκε περαιτέρω το μέτωπο απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία. Ο νέος συμβιβασμός αιτιολόγησε τις παρεκκλίσεις του στο όνομα των ευρωπαϊκών και εθνικών ιδιομορφιών, επονομάστηκε «ευρωκομμουνισμός».

Στις επόμενες δεκαετίες ισχυροποιήθηκε περισσότερο η οπορτουνιστική τάση: Η αναθεώρηση και αναίρεση θεμελιακών θέσεων της κομμουνιστικής ιδεολογίας και επαναστατικής στρατηγικής.

Ο «ευρωκομμουνιστικός» οπορτουνισμός, με θέσεις όπως η αποδοχή της ΕΟΚ, επέδρασε αποπροσανατολιστικά, συμβιβαστικά και στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στήριξε τη γραμμή της ταξικής συνεργασίας στο όνομα της υπεράσπισης των εθνικών συμφερόντων. Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο ότι το όπλο της απεργίας κατά πολύ αποδυναμώθηκε τη δεκαετία του 1980.

Ο Οπορτουνισμός ως Πολιτικό Ρεύμα - Μέρος 4οΓια τις αστικές τάξεις, σχεδόν ανώδυνα πέρασαν οι συνθήκες της οικονομικής κρίσης των αρχών της δεκαετίας του 1970.

Η έλλειψη συνεπούς επαναστατικής στρατηγικής, τρέχουσας πολιτικής και ανάλογης δράσης μέσα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, άφησε περιθώρια για την ενίσχυση του «αριστερού» οπορτουνισμού.

Στη νεολαία, στα πιο περιθωριοποιημένα και απαξιωμένα τμήματα της εργατικής τάξης, στα προλεταριοποιημένα τμήματα των μεσαίων στρωμάτων, των καταστραμμένων αυτοαπασχολούμενων,

βρήκαν πρόσφορο έδαφος απόψεις και δράσεις υπέρ του «αυθόρμητου», του τροτσκιστικού φραξιονισμού, της «αριστερής» αιτιολόγησης της αποδοχής της ιμπεριαλιστικής ΕΟΚ, στο όνομα του «υπεριμπεριαλιστικού» σταδίου του καπιταλισμού, των πολυεθνικών και επομένως του περάσματος της ταξικής πάλης από το εθνικό στο περιφερειακό επίπεδο.

Αλλες «αριστερές» αντιδράσεις απέναντι στο σοβιετικό και ευρωπαϊκό οπορτουνισμό επενδύθηκαν στη μορφή του μαοϊκού ιδεολογικοπολιτικού ρεύματος που αναπτύχθηκε στο ΚΚ Κίνας.

Το μαοϊκό ρεύμα δε δικαιώνεται εξαιτίας ορισμένης κριτικής που έκανε στο 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ στις αρχές της δεκαετίας του 1960.

Η συνολική του γραμμή κρίνεται αρνητικά ως συνολική στάση απέναντι στη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ, με το χαρακτηρισμό της ως σοσιαλιμπεριαλιστικής, με την προσέγγιση με τις ΗΠΑ, αλλά και με την ασυνέπεια στα ζητήματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης (π.χ. αναγνώριση της εθνικής αστικής τάξης ως σύμμαχου στην οικοδόμηση).

Τα κομμουνιστικά κόμματα στις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης βαθμιαία απώλεσαν τα επαναστατικά τους χαρακτηριστικά στο επίπεδο της θεωρίας, της πολιτικής, της σχέσης με την εργατική τάξη.

Το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα διασπάστηκε, δεν μπόρεσε να αξιολογήσει και επομένως να επεξεργαστεί σωστή γραμμή αντιμετώπισης της ευέλικτης στρατηγικής του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού που διέβρωνε και βάθαινε τη ρήξη μεταξύ ΚΚΣΕ και ΚΚ Κίνας.

Δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία η νέα φάση μετατροπής του δεξιού οπορτουνισμού σε ανοικτή αντεπαναστατική προδοσία, στη δεκαετία του 1980, με το 27ο (1986) και το 28ο (1989) Συνέδριο του ΚΚΣΕ.

Κάτω από 500€ παίρνουν 1,5 εκ μισθωτοί και συνταξιούχοιΣτη συνέχεια, η αντεπαναστατική ανατροπή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ και στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη σήμανε μια σκληρή ήττα και υποχώρηση των κομμουνιστικών δυνάμεων.

Εδωσε νέα δυναμική στη διείσδυση της αστικής ιδεολογίας στις γραμμές του πολιτικού εργατικού κινήματος.

Η τάση συμβιβασμού και ενσωμάτωσης, πήρε νέα μορφή και βάθος. Οδήγησε σε βαθιά κρίση όλα τα κομμουνιστικά κόμματα και σε ορισμένες περιπτώσεις στην αυτοδιάλυσή τους.

Ολοκληρώνεται με το 5ο Μέρος

Σημειώσεις:

[1]. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 26, σελ. 112-113.
[2]. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδ. «Σ.Ε.», τόμος 27, σελ. 95.

«Υπήρξε μια εποχή του σχετικά «ειρηνικού» καπιταλισμού, όταν νίκησε πέρα για πέρα τη φεουδαρχία στις προηγμένες χώρες της Ευρώπης και μπορούσε να αναπτύσσεται -σχετικά-  πιο ήρεμα και ομαλά, επεκτεινόμενος «ειρηνικά» σε τεράστιες περιοχές εδαφών, που δεν είχαν ακόμα καταληφθεί και χωρών που δεν είχαν ακόμη τραβηχτεί οριστικά στη δίνη του καπιταλισμού.

Φυσικά και σε αυτήν την εποχή που τοποθετείται πάνω κάτω στα χρόνια 1871-1914, ο «ειρηνικός» καπιταλισμός δημιουργούσε όρους ζωής που και με τη στρατιωτική και τη γενική ταξική έννοια απέχουν πολύ, πάρα πολύ από την πραγματική «ειρήνη».

Για τα 9/10 του πληθυσμού των προηγμένων χωρών, για τις εκατοντάδες εκατομμύρια του πληθυσμού των αποικιών και των καθυστερημένων χωρών, η εποχή αυτή δεν ήταν «ειρήνη», αλλά καταπίεση, μαρτύρια, φρίκη, που ήταν ίσως τόσο πιο φρικιαστική, γιατί φαινόταν σαν «φρίκη δίχως τέλος».

Η εποχή αυτή πέρασε ανεπίστρεπτα, την αντικατέστησε μια εποχή σχετικά πολύ πιο ορμητική, αλματική, καταστροφική, γεμάτη συγκρούσεις, όπου χαρακτηριστικό για τη μάζα του πληθυσμού γίνεται όχι τόσο «η φρίκη δίχως τέλος», αλλά το φριχτό τέλος».

Η νέα εποχή, που τη διαδέχεται, είναι η εποχή του ιμπεριαλισμού, του μονοπωλιακού καπιταλισμού, η εποχή των ιμπεριαλιστικών πολέμων και των προλεταριακών επαναστάσεων, «η παραμονή της σοσιαλιστικής επανάστασης», όπως έλεγε ο Λένιν. (Διάλεξη ΙΕ της ΚΕ στην ΚΟΜΕΠ, τ. 4/2008).
[3
]. «Η Κομμουνιστική Διεθνής», εκδ. «Σ.Ε.», σελ. 110.
[4]. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδ. «Σ.Ε.», τόμος 26, σελ. 259.
[5
]. Στο ίδιο, σελ. 219.
[6]. Στο ίδιο, σελ. 259-260.

Άρθρο της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
που δημοσιεύτηκε στο
Τεύχος 1 του 2009 της ΚΟΜΕΠ με τίτλο:
«Ο Οπορτουνισμός ως Πολιτικό Ρεύμα στο Έδαφος του Καπιταλισμού»

(Visited 614 times, 1 visits today)