Αφιέρωμα στα 90 χρόνια από την γέννηση του Τσε Γκεβάρα (vid)
«Ασπάστηκα τον κομμουνισμό εξαιτίας του πατερούλη Στάλιν και κανείς δεν πρέπει να ‘ρθει να μου πει ότι δεν πρέπει να διαβάζω Στάλιν. […] Τότε, όπως και τώρα, βρίσκω μια σειρά πραγμάτων που είναι πολύ σωστά»
Ο Ερνέστο Γκεβάρα γεννήθηκε στο Ροσάριο της Αργεντινής στις 14 Ιουνίου του 1928. Ήταν το μεγαλύτερο από τα 5 παιδιά του αντιπερονιστή αρχιτέκτονα Ερνέστο Γκεβάρα Λιντς και της Σέλια ντε λα Σέρνα που ήταν μία δυναμική γυναίκα με συμμετοχή στο εργατικό κίνημα.
Ηταν μόλις δύο ετών όταν διαπιστώθηκε ότι πάσχει από άσθμα, ασθένεια που τον συνόδεψε όλη του τη ζωή. Στα 9 του χρόνια παρουσίασε επιπλοκή όπου διαπιστώθηκε «σπαστικός βήχας».
Εξαιτίας της κατάστασής του, ολοκλήρωσε κανονικά μόνο τη Β’ και Γ’ τάξη του δημοτικού ενώ τις υπόλοιπες τις έκανε ουσιαστικά στο σπίτι με τη βοήθεια της μητέρας του.
Ηταν ένα εσωστρεφές αγόρι, που από νωρίς έδειξε ενδιαφέρον στη λογοτεχνία και μεγάλο πάθος στη φωτογραφία. Στο λύκειο έκανε προσπάθεια να συντάξει ένα είδος φιλοσοφικού λεξικού, καταγράφοντας όσα βιβλία είχε διαβάσει κρατώντας σημειώσεις από αυτά.
Μετά το λύκειο, γράφτηκε στη Σχολή Εφαρμοσμένης Μηχανικής του πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες. Οταν η γιαγιά του έμεινε παράλυτη εξαιτίας ενός εγκεφαλικού σταμάτησε την εργασία του για να την φροντίσει μέχρι το θάνατό της.
Αυτός ήταν κι ο λόγος που πήρε την απόφαση να ασχοληθεί με την ιατρική. Τελείωσε την ιατρική σχολή του πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες, όμως δεν έκανε την πρακτική που απαιτούταν για να ασκήσει το επάγγελμα.
Ο Γκεβάρα από νωρίς δραστηριοποιήθηκε στο φοιτητικό κίνημα ερχόμενος σε επαφή με παράνομες αριστερές και κομμουνιστικές οργανώσεις, μελετώντας τα έργα των Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν αρχικά, αλλά και των Στάλιν, Μάο αργότερα.
Η αγάπη του για την ΕΣΣΔ και την ηγετική προσωπικότητα του Στάλιν, που από τη μια έθεσε τις βάσεις για την πλήρη εκβιομηχάνιση της Σοβιετικής Ενωσης κι από την άλλη τσακίζοντας το τέρας του Ναζισμού, τον οδήγησε στην απόφαση να οργανωθεί κι αργότερα να γράψει:
«Ασπάστηκα τον κομμουνισμό εξαιτίας του πατερούλη Στάλιν και κανείς δεν πρέπει να ‘ρθει να μου πει ότι δεν πρέπει να διαβάζω Στάλιν. Τον διάβαζα όταν ήταν κάτι πολύ κακό να διαβάζεις γι’ αυτόν. Αυτό ήταν σε μια άλλη εποχή.
Κι επειδή δεν είμαι πολύ ευφυής, αλλά και ξεροκέφαλος, συνεχίζω να τον διαβάζω. Ιδιαίτερα σε αυτήν τη νέα περίοδο που είναι ακόμη χειρότερο να τον διαβάζεις. Τότε, όπως και τώρα, βρίσκω μια σειρά πραγμάτων που είναι πολύ σωστά».[1]
Το ταξίδι στη Λατινική Αμερική
Τον Δεκέμβρη του 1951 ο Ερνέστο, μαζί με τον επιστήθιο φίλο του Αλμπέρτο Γκρανάδο ξεκινούν ένα μεγάλο ταξίδι από το Μπουένος Άϊρες στο Καράκας της Βενεζουέλας.
Τότε ήταν η πρώτη φορά που ο Τσε είδε το πως ζούσε η εργατική τάξη της Λατινικής Αμερικής:
«Εκεί, στις τελευταίες ώρες για τους ανθρώπους των οποίων ο ορίζοντας δεν εκτείνεται πέρα από το αύριο, εκεί επικεντρώνεται η τραγωδία της ζωής του προλεταριάτου όλου του κόσμου […] Ως πότε θα συνεχιστεί αυτή η τάξη πραγμάτων που βασίζεται σε μια παράλογη διαίρεση, στις κοινωνικές τάξεις;»[2]
Μια πολιτική συνειδητοποίηση που μετέτρεψε τον μικροαστό φοιτητή σε επαναστάτη μαρξιστή και πρωταγωνιστή της Κουβανικής Επανάστασης:
«Το πρόσωπο που έγραψε αυτές τις σημειώσεις «πέθανε» μόλις ξαναπάτησε το πόδι του στη γη της Αργεντινής κι αυτός που τις τακτοποιεί και τις «ξαναχτενίζει», «εγώ», δεν είμαι εγώ. Δεν είμαι ο ίδιος, εσωτερικά τουλάχιστον. Τούτη η άσκοπη περιπλάνηση στη «Μεγάλη Αμερική Μας» με άλλαξε περισσότερο απ’ ό,τι πίστευα».[3]
Η γνωριμία με τον Φιντέλ Κάστρο
Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1954, ο Γκεβάρα ταξίδεψε στο Μεξικό, που αποτελούσε κοινό προορισμό εξόριστων Λατινοαμερικανών κι εργάστηκε σε νοσοκομείο ως γιατρός.
Το 1955, ήρθε σε επαφή με τον Ραούλ και τον αδελφό του Φιντέλ Κάστρο κι άλλους 80 εξόριστους επαναστάτες, που είχαν καταφύγει στο μεξικό μετά την αποτυχημένη επίθεση στο στρατόπεδο μονκάδα στις 26 ιούλη του 1953. (Κίνημα 26ης Ιούλη)
Εκείνη την εποχή ο Τσε μυήθηκε στο σχέδιο της οργάνωσης ενός αντάρτικου αγώνα στην Κούβα κατά του φασιστικού καθεστώτος του Μπατίστα, που υποστηριζόταν ανοικτά από τις ΗΠΑ. Την ίδια περίοδο, η Ιλντα Γκαντέα έγινε η πρώτη σύζυγος του Ερνέστο με την οποία απέκτησε μια κόρη.
Ο Ερνέστο διαπίστωσε πως ο Κάστρο ήταν ένας χαρισματικός ηγέτης και συμφώνησε να ενταχθεί ως γιατρός, λαμβάνοντας μέρος στην στρατιωτική εκπαίδευση των ανταρτών.
Απέκτησε το παρατσούκλι Τσε (Che) εξαιτίας της συχνής επανάληψης της λέξης che από τον ίδιο. (che σημαίνει «δικέ μου» ή επιφώνημα «Ε, εσύ!», έκφραση που φαινόταν αστεία στους Κουβανούς αν κι ήταν συνηθισμένη για τους Αργεντίνους).
Ετσι στις 25 Νοεμβρίου 1956, 82 επαναστάτες απέπλευσαν με το πλοιάριο Γκράνμα από τον ποταμό Τούξπαν του Mεξικoύ.
Στις 2 Δεκεμβρίου έφτασαν παράνομα στην παραλία Λας Κολοράδας της Κούβας.
Τρεις μέρες αργότερα, η ομάδα έπεσε σε ενέδρα του κυβερνητικού στρατού και αποδεκατίστηκε.
Μόλις 22 μαχητές διασώθηκαν. Μεταξύ αυτών ο Φιντέλ, ο αδελφός του, Ραούλ, κι ο τραυματισμένος Τσε.
Οι αντάρτες ανασυντάχθηκαν και κατέφυγαν στην οροσειρά της Σιέρρα Μαέστρα, που έγινε το ορμητήριό τους.
Με σημείο εκκίνησης την επίθεση αυτή, ο ρόλος του Τσε Γκεβάρα στον ανταρτοπόλεμο διαφοροποιήθηκε σταδιακά. Άρχισε να παίρνει ενεργό μέρος στις ένοπλες δραστηριότητες τον επαναστατών.
Η αποφασιστικότητά του και οι ικανότητές του, σύντομα οδήγησαν στην άνοδό του στην ιεραρχία του αντάρτικου σώματος. Στις μάχες ο Αργεντινός εντυπωσίασε τον Κάστρο για το θάρρος και τη δεξιοτεχνία του στην εκτέλεση των ιατρικών του καθηκόντων.
Αλλά κυρίως ξεχώρισε για τα στρατιωτικά του χαρίσματα και το πολιτικό του κριτήριο. Αν και αποτελούσε έναν απλό οπλίτη, ο Κάστρο του εμπιστεύτηκε την ηγεσία της 2η Φάλαγγας του αντάρτικου στρατού. Ανώτερος του ήταν μόνο ο Κάστρο.
Ετσι ολοκληρώθηκε η μεταμόρφωση του ρομαντικού διανοούμενου Ερνέστο Γκεβάρα Ντε Λα Σέρνα στον χαρισματικό «Κομαντάντε Τσε Γκεβάρα».
Η μεγαλύτερη στρατιωτική επιτυχία του Τσε ήταν η απελευθέρωση της Σάντα Κλάρα στις 29 Δεκεμβρίου 1958. Είχαν προηγηθεί δύο χρόνια ανταρτοπολέμου εναντίον του κατά πολύ μεγαλύτερου στρατού του δικτάτορα Μπατίστα.
Με την κατάκτηση της Σάντα Κλάρα, ο δρόμος για την πρωτεύουσα Αβάνα ήταν πλέον ελεύθερος.
Την 1η Ιανουαρίου του 1959 οι επαναστάτες μπήκαν πανηγυρικά στην πρωτεύουσα Αβάνα, ενώ ο Μπατίστα εγκατέλειψε την Κούβα μαζί με τον χρυσό.
Ως μέλος της επαναστατικής κυβέρνησης της Κούβας
Κατά τους πρώτους μήνες της κατάληψης της εξουσίας, ο Τσε Γκεβάρα τέθηκε διοικητής του φρουρίου Λα Καμπάνια κι απέκτησε την κουβανική υπηκοότητα ως αναγνώριση στη συμβολή του στην επανάσταση.
Μαζί με τους Φιντέλ Κάστρο, Ραούλ Κάστρο και Καμίλο Σιενφουέγος, αποτέλεσε σημαντικό μέλος της νέας κουβανικής κυβέρνησης.
Η επαναστατική κυβέρνηση καθιέρωσε δωρεάν σύστημα υγείας και παιδείας εξασφαλίζοντας στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα πρωτοβάθμια περίθαλψη και ουσιαστική μόρφωση.
Η αγροτική μεταρρύθμιση της 17ης Μαΐου του 1959 έθιξε καίρια τα συμφέροντα αμερικανικών μονοπωλίων που κατείχαν το 90% των μεγάλων κτημάτων της Κούβας στον τομέα της ζάχαρης και του καπνού.
Στις 26 Νοεμβρίου 1959 διορίστηκε διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας της Κούβας.
Ανάμεσα στις πρώτες του ενέργειες, ήταν η ρευστοποίηση των τραπεζών του καθεστώτος του Μπατίστα ενώ έκανε προσπάθεια να πάρει στήριξη από την ΕΕΣΔ υπό την πίεση των κλιμακούμενων αμερικανικών απειλών.
Στις αρχές του 1960 είχαν αρχίσει να ωριμάζουν στις ΗΠΑ σχέδια ανατροπής του Κάστρο και στις 4 Μαρτίου του 1960 οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες προκάλεσαν έκρηξη με θύματα στο γαλλικό φορτηγό πλοίο Λα Κουμπρ, που βρισκόταν στο λιμάνι της Αβάνας.
Η έκρηξη αποτέλεσε ταυτόχρονα προειδοποίηση προς την κουβανική ηγεσία, η οποία είχε δεχτεί τον Φεβρουάριο τον αντιπρόεδρο της σοβιετικής κυβέρνησης Αναστάς Μικογιάν κι είχε υπογράψει μαζί του τις πρώτες εμπορικές συμφωνίες.
Στις 11 Μαΐου οι Ηνωμένες Πολιτείες διέκοψαν την παροχή τεχνικής βοήθειας προς την Κούβα, όμως ο Κάστρο απάντησε με υπογραφή νέας εμπορικής συμφωνίας με την ΕΣΣΔ.
Στα τέλη Οκτωβρίου του 1960, ο Τσε συμμετείχε ως επικεφαλής μίας διπλωματικής αποστολής, με στόχο την εξασφάλιση της υποστήριξης της ΕΣΣΔ και της Κίνας. Συναντήθηκε με τον Νικίτα Χρουστσόφ στη Μόσχα και τον Μάο στο Πεκίνο.
Η περιοδεία του περιλάμβανε ακόμα τη Βόρεια Κορέα και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας.
Η αποστολή έκλεισε ευνοϊκές συμφωνίες, για την εξαγωγή 4.000.000 τόνων ζάχαρης. Η τιμή ήταν υψηλότερη από εκείνη της παγκόσμιας αγοράς, εξασφαλίζοντας παράλληλα τον εφοδιασμό της Κούβας με πετρέλαιο και αγορές βιομηχανικών μονάδων με ευέλικτες πιστώσεις.
Στις 23 Φεβρουαρίου 1961 ο Τσε διορίστηκε υπουργός του νεοσύστατου υπουργείου Βιομηχανίας της Κούβας.
Η ανακήρυξη του σοσιαλιστικού χαρακτήρα της επανάστασης από τον Κάστρο – 2 χρόνια μετά την ανατροπή του Μπατίστα – όξυνε περαιτέρω την αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ.
Τον Απρίλιο του 1961 κατά τη διάρκεια της αμερικανικής εισβολής στον «Κόλπο των Χοίρων», ο Τσε Γκεβάρα τέθηκε επικεφαλής των κουβανικών στρατευμάτων, που χάρη στην αποτελεσματική αντίδραση της κουβανικής αεροπορίας και της πολιτοφυλακής, η αμερικανική εισβολή οδηγήθηκε σε πλήρη αποτυχία.
Ενώ στις 13 Οκτωβρίου του 1961 κήρυξαν εμπάργκο, αποκλείοντας την Κούβα από κάθε οικονομική δραστηριότητα, εμπάργκο που παρά τις καταδίκες του ΟΗΕ είναι σε ισχύ εδώ και 57 χρόνια!
Ο Τσε άσκησε δριμεία κριτική στους αναθεωρητές και στην πολιτική που ακολούθησε ο Χρουστσόφ μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956, λέγοντας χαρακτηριστικά:
«Πως δεν γίνεται να οικοδομήσεις Σοσιαλισμό χρησιμοποιώντας καπιταλιστικές μεθόδους».
Στις 11 Δεκεμβρίου του 1964 εκπροσώπησε την Κούβα στη Συνδιάσκεψη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Στην ομιλία του ξεχωρίζει η έντονη διαμαρτυρία του ενάντια στην πολιτική των ΗΠΑ και τις λατινοαμερικανικές δικτατορίες.
Την άνοιξη του 1964 τα ίχνη του χάνονται προκαλώντας έντονες φημολογίες από τις ΗΠΑ που θεωρούσαν πως ήρθε σε σύγκρουση με τον Φιντέλ.
Ο ίδιος ο Κάστρο παρουσίασε σε συνεδρίαση της ΚΕ του Νεοσύστατου ΚΚ Κούβας την ιδιόχειρη επιστολή του Γκεβάρα που του είχε παραδώσει ο ίδιος όπου – μεταξύ άλλων – ανέφερε τα εξής:
«Φιντέλ, Θυμάμαι τούτη τη στιγμή πολλά πράγματα, τότε που σε γνώρισα στο σπίτι της Μαρίας Αντονία, τότε που μου πρότεινες να έρθω μαζί σας, όλη την ένταση των προετοιμασιών.
Κάποια μέρα ήρθαν και ρώτησαν ποιος θα έπρεπε να ειδοποιηθεί σε περίπτωση θανάτου μας, και η υπαρκτή πιθανότητα να γίνει κάτι τέτοιο μας συγκλόνισε όλους.
Αργότερα μάθαμε πως ήταν αλήθεια, πως σε μία επανάσταση ή νικάς ή πεθαίνεις (αν είναι αληθινή). Πολλοί σύντροφοι έπεσαν στο δρόμο προς τη νίκη. Σήμερα όλα έχουν ένα τόνο λιγότερο δραματικό, γιατί είμαστε πιο ώριμοι. Τα γεγονότα όμως επαναλαμβάνονται.
Νιώθω πως έχω πια εκπληρώσει το μέρος εκείνο του χρέους μου που με έδενε με την κουβανική επανάσταση στο έδαφός της. Σας αποχαιρετώ, εσένα, τους συντρόφους και το λαό σου που είναι πια και δικός μου.
Παραιτούμαι επίσημα από τα καθήκοντά μου στην ηγεσία του κόμματος. Παραιτούμαι από τη θέση του υπουργού, από το βαθμό του κομαντάτε, από την κουβανική υπηκοότητα. Καμιά νομική σχέση δεν με συνδέει με την Κούβα […]
Άλλες χώρες του κόσμου ζητάνε τη συμβολή των σεμνών μου προσπαθειών. Εγώ μπορώ να κάνω αυτό που εσένα δεν σου επιτρέπεται, λόγω των ευθυνών σου απέναντι στην Κούβα. Έφτασε η ώρα να αποχαιρετιστούμε».[4]
Με την επιστολή αυτή, ο Γκεβάρα απάλλασσε την κουβανική κυβέρνηση από οποιαδήποτε ευθύνη για τη μελλοντική δράση του και είναι προφανές πως κάτι τέτοιο απαιτούσε ελευθερία κινήσεων, την οποία του εξασφάλιζε η αποδέσμευσή του από αξιώματα και κυβερνητικές θέσεις.
Το τέλος
Ο Τσε πήγε σε Κονγκό, Γουατεμάλα και Βολιβία προσπαθώντας να σπείρει τη φλόγα της επανάστασης σε Αφρική και Λατινική Αμερική όπου η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από τα αμερικανικά και παγκόσμια ιμπεριαλιστικά κέντρα ήταν πιο βάναυση.
Το κακό τον βρήκε τελικά στην Βολιβία το 1967 κάνοντας ουσιαστικά πράξη τα απαράμιλα λόγια του:
«Αξίζει φίλε μου να υπάρχεις για ένα όνειρο, κι ας είναι η φωτιά του να σε κάψει!»
Ο Τσε δολοφονήθηκε στις 9 Οκτώβρη του 1967 στο χωριό Λα Ιγκέρα της Βολιβίας αφού νωρίστερα είχε συλληφθεί τραυματισμένος στο πόδι σε ενέδρα. Η κυβέρνηση της Βολιβίας κι οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ δεν ρίσκαραν καν να τον δικάσουν και τον δολοφόνησαν αιχμάλωτο πυροβολώντας τον 9 (!!) φορές στο στήθος.
Ήταν τέτοιος ο τρόμος που σκόρπιζε στους ιμπεριαλιστές, που αν κι ήδη νεκρός, του κόψανε τα χέρια για απόδειξη του θανάτου του, αφού υπήρχαν εντολές να θαφτεί το σώμα του σε μυστική τοποθεσία.30 ολόκληρα χρόνια πέρασαν και το σημείο ταφής του παρέμενε κρυφό παρά τις διαχρονικές κουβανικές εκκλήσεις για εκταφή και επιστροφή του στην Κούβα.
Τελικά το 1997 μια ομάδα κουβανών ιατροδικαστών εντόπισε τον τάφο του και τα οστά του μεταφέρθηκαν στο Μαυσωλείο της Σάντα Κλάρα στην Κούβα.
Σημειώσεις:
[1]. Γράμμα του Τσε στις 14 Δεκέμβρη 1957, προς τον René Ramos Latour, κορυφαίου μέλους του Κινήματος της 26ης Ιούλη.
[2]. Guevara, Ernesto. Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας, Λιβάνης Ν.Σ, 2004, σ.131.
[3]. Στο ίδιο, σελ.63.
[4]. Επιστολή του Τσε, που παραδόθηκε στα χέρια του Φιντέλ, την 1η Απριλίου του 1965