Print Friendly, PDF & Email

Από τη «Μεγάλη Ιδέα» στη Μικρασιατική Καταστροφή (Μέρος Β’)

Συνέχεια από το 1ο Μέρος

Στις 13/26 Αυγούστου άρχισε η αντεπίθεση του Κεμάλ και την επόμενη μέρα η υποχώρηση του ελληνικού στρατού, που γρήγορα μετατράπηκε σε άτακτη φυγή. Φεύγοντας ασύντακτοι έκαιγαν και κατέστρεφαν χωριά.[1]

Στις 26 Αυγούστου/8 Σεπτέμβρη οι ελληνικές δυνάμεις αποχώρησαν από τη Σμύρνη, ενώ στις 27 Αυγούστου/9 Σεπτέμβρη μπήκε στην πόλη ο τουρκικός στρατός.

Από τη «Μεγάλη Ιδέα» στη Μικρασιατική Καταστροφή – Επίλογος

Την ίδια μέρα ο Μεταξάς έγραψε στην εφημερίδα «Χρονικά» ότι υπεύθυνοι της ήττας ήταν οι κομμουνιστές.[2]

Τα ίδια είχε γράψει δύο μέρες νωρίτερα και η εφημερίδα «Καθημερινή», ενώ νωρίτερα έκανε λόγο για συνεργασία Βουλγάρων κομμουνιστών, κεμαλικών και Ελλήνων κομμουνιστών.[3]

Την επόμενη μέρα, ο «Ριζοσπάστης» δημοσιοποίησε την κοινή ανακοίνωση του ΣΕΚΕ (Κ) και της ΓΣΕΕ:

«Η χώρα αντιμετωπίζει σήμερον δεινήν κατάστασιν, στρατιωτικήν, πολιτικήν, οικονομικήν, κοινωνικήν, διεθνή, της οποίας θύμα είναι η μεγάλη πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού.

Τας συμφοράς της παράφρονος επιχειρήσεως του Σαγγαρίου, η οποία εστοίχισεν την ζωήν εις δεκάδας χιλιάδας εργατών και χωρικών, επηκολούθησεν η τελευταία συμφορά του μετώπου, της οποίας η συνέπεια δεν ήταν μόνο ο άδικος θάνατος χιλιάδων Ελλήνων στρατιωτών, αλλά και οι κίνδυνοι που εδημιουργήθησαν εις τους δυστυχείς ελληνικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας, κίνδυνοι ριζικής εξοντώσεως […]

Από τη «Μεγάλη Ιδέα» στη Μικρασιατική Καταστροφή – Επίλογος
Από τη «Μεγάλη Ιδέα» στη Μικρασιατική Καταστροφή!

Το Σοσιαλιστικόν Εργατικόν Κόμμα (Κομμουνιστικόν) και η Γενική Συνομοσπονδία της Ελλάδος φρονούν ότι η χώρα δεν δύναται να συνέλθη εκ της κρίσεως την οποίαν τα επελθόντα εξ αιτίας της ακολουθηθείσης μέχρι τούδε πολιτικής γεγονότα εδημιούργησαν εάν δεν πραγματοποιηθούν αμέσως και άνευ αναβολής τα κάτωθι υποδεικνυόμενα μέτρα:

1) Γενική αποστράτευσις.
2) Γενική αμνηστία όλων των πολιτικών και στρατιωτικών αδικημάτων.
3) Αποζημίωσις των αποστρατευμένων εφέδρων, των χηρών και ορφανών του πολέμου και των τραυματιών και των αναπήρων δι’ ειδικής βαρύτατης φορολογίας των εκ του πολέμου πλουτισάντων.
4) Άμεσος παραχώρησις των τσιφλικιών εις τους καλλιεργητάς των.

5) Διάλυσις της μηδέν πλέον εκπροσωπούσης εθνοσυνελεύσεως και άμεσος διενέργεια εκλογών επί τη βάσει του συστήματος της αναλογικής αντιπροσωπείας, του μόνου δυνάμενου να δώση διέξοδον εις τα πολιτικά πάθη, να ισορροπήση τας αντιμαχόμενας πολιτικάς δυνάμεις και να εξασφαλίση εις τας εργαζόμενας τάξεις την εν τω κοινοβουλίω εκπροσώπησίν των.

6) Άμεσος και πλήρης αποκατάστασις των συνταγματικών ελευθεριών, καταργουμένης της λογοκρισίας και της απαγορεύσεως των πολιτικών συγκεντρώσεων.

7) Αμεσος αποφυλάκισις όλων των αδίκως καταδικασθέντων αγωνιστών της εργατικής τάξεως».[4]

Από τη «Μεγάλη Ιδέα» στη Μικρασιατική Καταστροφή – Η Σμύρνη στις φλόγες

Από τη «Μεγάλη Ιδέα» στη Μικρασιατική Καταστροφή – Επίλογος

Στις 31 Αυγούστου/13 Σεπτέμβρη η Σμύρνη παραδόθηκε στις φλόγες, ενώ χιλιάδες, ξεριζωμένοι πια, είχαν φύγει και συνέχιζαν να φεύγουν προς την Ελλάδα, με όποια μέσα μπορούσαν, για ν’ αποφύγουν τη σφαγή.

Η ισχυρή ναυτική δύναμη (τουλάχιστον 21 αμερικανικών, αγγλικών και γαλλικών πολεμικών πλοίων), που βρισκόταν αγκυροβολημένη στο λιμάνι της Σμύρνης, όχι μόνο δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει την καταστροφή της πόλης και των κατοίκων της, αλλά αντιθέτως:

«Μέσα στα πολεμικά οι μπάντες παίζανε εμβατήρια […] για να μην φτάνουν ίσαμε τ’ αυτιά των πληρωμάτων οι κραυγές της οδύνης και οι επικλήσεις του κόσμου […]

Μία, μόνο μία κανονιά, μια διαταγή έφτανε για να διαλύσει όλα κείνα τα μαινόμενα στίφη. Κι η κανονιά δε ρίχτηκε κι η εντολή δε δόθηκε.

Μόνο χτυπούσαν με λοστούς τα χέρια των αμοίρων Μικρασιατών, που κατάφερναν να φτάσουν ως τα καράβια τους, τους περίχυναν με ζεματιστά νερά και τους πετούσαν πίσω στη θάλασσα…».[5]

Ακόμα:

«Τα πληρώματα των εν Σμύρνη ναυλοχούντων πολεμικών των απέκοπτον τας χείρας και έθραυον τας κεφαλάς των δυστυχών εκείνων Ελλήνων, που ενόμιζαν ότι ημπορούσαν, αποφεύγοντες την τουρκικήν μάχαιραν, να εύρουν άσυλον και προσωρινήν φιλοξενίαν εις τα πολεμικά σκάφη».[6]

Από τη «Μεγάλη Ιδέα» στη Μικρασιατική Καταστροφή – Μέρος 1ο

Και ενώ συνέβαιναν αυτά, στις 10/23 Σεπτέμβρη ο φρούραρχος Αθηνών αποπειράθηκε να αποσπάσει τα ηγετικά στελέχη του ΣΕΚΕ (Κ) από τις φυλακές Συγγρού και να τα εκτελέσει,[7] αλλά ο διευθυντής των φυλακών δεν παρέδωσε τους κρατούμενους.

Στις 11/24 Σεπτέμβρη εκδηλώθηκε κίνημα στις ναυτικές και στρατιωτικές δυνάμεις που είχαν συγκεντρωθεί στη Χίο και τη Μυτιλήνη.

Στις 13/26 Σεπτέμβρη, τα τμήματα του στρατού που ήταν προσκείμενα στους κινηματίες έφτασαν στο Λαύριο και από εκεί έστειλαν τελεσίγραφο στην Αθήνα.

Στις 14/27 Σεπτέμβρη πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα κίνημα υπό τον Θ. Πάγκαλο, ο οποίος συνέλαβε εκατοντάδες οπαδούς του βασιλιά, με σκοπό να τους τουφεκίσει.

Την ίδια μέρα, παραιτήθηκε ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και ανέλαβε ο Γεώργιος Β΄, ενώ την επομένη μπήκαν στην Αθήνα τα στρατεύματα που βρίσκονταν στο Λαύριο και την εξουσία ανέλαβαν οι Γονατάς – Πλαστήρας – Φωκάς, ηγέτες του στρατιωτικού κινήματος.

Από τη «Μεγάλη Ιδέα» στη Μικρασιατική Καταστροφή – Επίλογος
Ο Αρχηγός του κινήματος που ξέσπασε σε Χίο και Μυτιλήνη το 1922, Νικόλαος Πλαστήρας με τον Στυλιανό Γονατά και τον τότε Συνταγματάρχη Λουκά Σακελαρόπουλο έξω από τη Μητρόπολη

Στις 17/30 Σεπτέμβρη ο Κωνσταντίνος εγκατέλειψε τη χώρα, ενώ σχηματίστηκε κυβέρνηση με προσωρινό πρωθυπουργό τον Σωτήριο Κροκιδά.

Στις 26 Σεπτέμβρη/9 Οκτώβρη κηρύχθηκε στρατιωτικός νόμος και 4 μέρες αργότερα η κυβέρνηση αποδέχτηκε την ανακωχή των Μουδανιών.

Στη βάση της Συνθήκης ο ελληνικός στρατός υποχρεώθηκε να αποχωρήσει και από την Ανατολική Θράκη.

Οι συνέπειες της Μικρασιατικής Εκστρατείας και Καταστροφής ήταν τραγικές για τον μάχιμο και τον άμαχο πληθυσμό.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΓΕΣ, οι απώλειες του ελληνικού στρατού στα χρόνια 1919 – 1922 ήταν 24.200 νεκροί, 49.000 «τραυματίες και αποβιώσαντες» και 18.000 αγνοούμενοι.

Σύνολο απωλειών 91.200.[8]

Όσον αφορά τον άμαχο πληθυσμό, παρότι οι απώλειες είναι αδύνατο να υπολογιστούν με ακρίβεια, ωστόσο μετριούνταν σε εκατοντάδες χιλιάδες.[9]

Χιλιάδες ήταν επίσης οι αγνοούμενοι. Περίπου 1.500.000 ήταν εκείνοι που έγιναν πρόσφυγες.[10]

Από τη «Μεγάλη Ιδέα» στη Μικρασιατική Καταστροφή – Επίλογος

Από τη «Μεγάλη Ιδέα» στη Μικρασιατική Καταστροφή – Η δίκη των έξι

Η όξυνση των αντιθέσεων του αστικού πολιτικού συστήματος, αλλά και η προσπάθεια να καταλαγιάσει η λαϊκή αγανάχτηση συνεχίστηκαν με την παραπομπή σε δίκη οκτώ ηγετικών παραγόντων της βασιλόφρονης παράταξης, που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για τη Μικρασιατική Εκστρατεία

(Δ. Γούναρης, Ν. Στράτος, Π. Πρωτοπαπαδάκης, Ν. Θεοτόκης, Γ. Μπαλτατζής και Γ. Χατζανέστης, ο υποναύαρχος Μιχαήλ Γούδας και ο υποστράτηγος Ξενοφών Στρατηγός),

παρότι υπεύθυνες ήταν εξίσου και οι δύο αστικές πλευρές.

Στις 24 Οκτώβρη/6 Νοέμβρη παραπέμφθηκαν σε έκτακτο στρατοδικείο.

Στις 31 Οκτώβρη/13 Νοέμβρη ξεκίνησε η δίκη στο κτίριο της Βουλής (σημερινή Παλιά Βουλή) και στις 15/28 Νοέμβρη εκδόθηκε η απόφαση του στρατοδικείου, με την οποία καταδικάστηκαν σε θάνατο και την ίδια μέρα εκτελέστηκαν, παρά τις έντονες αντιδράσεις της Μ. Βρετανίας, οι έξι πρώτοι.

Γι’ αυτό και η δίκη έχει επικρατήσει στην ιστοριογραφία να ονομάζεται «δίκη των έξι». Οι δύο τελευταίοι καταδικάστηκαν σε ισόβια.

Η διαχείριση από τη βενιζελική παράταξη των συνεπειών της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης που ξέσπασε από τη στρατιωτική ήττα της Μικρασιατικής Εκστρατείας, αλλά και η αδυναμία του ΣΕΚΕ (Κ) να στρέψει τη λαϊκή αγανάχτηση εναντίον του συνόλου των αστικών πολιτικών δυνάμεων και της αστικής εξουσίας, επέτρεψε στην τελευταία να ανασυνταχθεί και να θωρακιστεί, συντηρώντας την επιρροή των αστικών πολιτικών δυνάμεων στους κόλπους των εργατικών και λαϊκών μαζών.

Η δίκη των 6
Από την δίκη των έξι

Αργότερα ο Νίκος Ζαχαριάδης εκτίμησε ότι:

«Ο οπορτουνισμός, που δεν πιστεύει στη δυνατότητα μιας ανεξάρτητης προλεταριακής πολιτικής και λύσης της κρίσης, εγκαταλείπει την πολιτική πρωτοβουλία στα «προοδευτικά» αστικά κόμματα και δένει την εργατική τάξη και το επαναστατικό κίνημα στην ουρά της αστικής δημοκρατίας, διατυπώνοντας τη θεωρία «το κόμμα έχει ανάγκην μακράς νομίμου υπάρξεως», δηλαδή πρέπει να μείνει έξω από την πολιτική ζωή και δράση της χώρας.

Αυτό και εφαρμόζει, ενώ η αστική τάξη πραγματοποιεί τη «δημοκρατική» μεταβολή, καλμάρει το λαϊκό επαναστατικό κίνημα με μικρές παραχωρήσεις και ξεπερνά έτσι τη βαθειά επαναστατική κρίση».[11]

Για ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης εκείνη την περίοδο έκανε λόγο και ο Νίκος Μπελογιάννης, ο οποίος έγραψε:

«Ο λαός και κυρίως τα λείψανα του στρατού, που γύριζαν από το μέτωπο, ήταν απόλυτοι κύριοι της κατάστασης και το μίσος για τους υπεύθυνους πλημμύριζε ασυγκράτητα τα στήθια τους. Ο κρατικός μηχανισμός είχε παραλύσει κι η εξουσία «περπατούσε στους δρόμους».

Χωρίς μεγάλες δυσκολίες θα μπορούσε να την πάρει στα χέρια του ένα επαναστατικό κόμμα του προλεταριάτου, ένα κόμμα του λαού έμπειρο και με αρχηγούς ποτισμένους από το παράδειγμα και τα διδάγματα της ρώσικης επανάστασης…».[12]

Η εκτίμηση για ύπαρξη ή όχι επαναστατικής κατάστασης στην Ελλάδα το 1922 απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση.

Σημειώσεις:

[1]. Γιάνης Κορδάτος: «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμ. ΧΙΙΙ, εκδ. «20ός αιώνας», Αθήνα, 1959, σελ. 577.
[2]. Στο ίδιο, σελ. 575 και Αλέξανδρος Κοτζιάς: «Η δίκη των έξι», εκδ. ΔΟΛ, χ.χ., σελ. 19.
[3]. Στο ίδιο, σελ. 575 – 576. Με την προπαγάνδα του «κεμαλομπολσεβικισμού» η αστική τάξη προσπαθεί μέχρι σήμερα να αποκρύψει τις ευθύνες της για τη Μικρασιατική Καταστροφή, καλλιεργώντας ταυτόχρονα τον αντικομμουνισμό.
[4]. «Το ΚΚΕ – Επίσημα Κείμενα», τόμ. 1ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1974, σελ. 250, 252 – 253.
[5]. Σημειώνεται ότι σε αντίθεση με τη στάση των Αγγλογάλλων και των Αμερικανών, ήταν η στάση των Σοβιετικών στην Κοτύωρα του Πόντου.

Ο μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος αναφέρει:

«Οι «άθεοι» Μπολσεβίκοι, εν αντιθέσει προς ό,τι δεν έπραξαν αι «χριστιανικαί» Δυνάμεις της Δύσεως διά του κολοσσιαίου αυτών στόλου κατά την εν μηνί Αυγούστω 1922 πυρπόλησιν και σφαγήν της Σμύρνης […] περισυνέλεξαν όλον τον χριστιανικόν εκείνον κόσμον» και τον μετέφεραν με ασφάλεια στην Τραπεζούντα.

Διδώ Σωτηρίου: «Η Μικρασιατική Καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο», εκδ. «Κέδρος», Αθήνα, 1975, σελ. 90 και σελ. 96.Πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία
[6]. Γιάνης Κορδάτος: «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμ. ΧΙΙΙ, εκδ. «20ός αιώνας», Αθήνα, 1959, σελ. 577.
[7]. Νίκος Ψυρούκης: «Η Μικρασιατική Καταστροφή 1918 – 1923», εκδ. «Επικαιρότητα», Αθήνα, 1975, σελ. 183.
[8]. ΓΕΣ/ΔΙΣ: «Η υγειονομική υπηρεσία του στρατού κατά την Μικρασιατικήν εκστρατείαν, 1919 – 1922», Αθήνα, 1968 (1990), όπως παρατίθεται στο Συλλογικό, «Ιστορία των Ελλήνων», τόμ. 15ος, εκδ. «Δομή», Αθήνα, χ.χ., σελ. 235.
[9]. Συλλογικό: «Ιστορία του Ελληνικού Εθνους», τόμ. ΙΕ, εκδ. «Εκδοτική Αθηνών», Αθήνα, 1978, σελ. 246 – 247.Οι σχετικές εκτιμήσεις παρουσιάζουν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ τους.

Ο Α. Πάλλης αναφέρει ότι:

«Για τον αριθμό των ατόμων που χάθηκαν στα ενδότερα της Μικράς Ασίας και του Πόντου κατά την τραγική αυτή περίοδο δεν υπάρχουν, φυσικά, ακριβείς στατιστικές, αλλά ο αριθμός μπορεί να υπολογιστεί σε τουλάχιστο 640.000».

Άλλες εκτιμήσεις κάνουν λόγο από 300.000 νεκρούς (Σπ. Μαρκεζίνης) έως και 1.000.000 (Ι. Καψής).

[10]. Αλέξανδρος Α. Πάλλης: «Φυλετικές μεταναστεύσεις στα Βαλκάνια και διωγμοί του ελληνισμού (1912 – 1924)» στο «Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών», τόμ. 1ος, 1977, σελ. 78-79 και Αναστάσης Γκίκας: «Ρήξη και Ενσωμάτωση», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2010, σελ. 269-274.

Σύμφωνα με την Απογραφή του 1928, οι πρόσφυγες ήταν 1.221.849. Ωστόσο, σε αυτόν τον αριθμό δεν συμπεριλαμβάνονται:

Όσοι πέθαναν από φυσικά αίτια ή από τις κακουχίες τα πρώτα χρόνια της λεγόμενης αποκατάστασης των προσφύγων (σύμφωνα με την Κοινωνία των Εθνών, το ποσοστό θνησιμότητας στους πρόσφυγες την πρώτη χρονιά μετά την άφιξή τους στην Ελλάδα έφτασε το 20% σε ορισμένες περιπτώσεις).

Ακόμα, όσοι ήρθαν στην Ελλάδα αλλά μετανάστευσαν στη συνέχεια και οι οποίοι υπολογίζονται σε αρκετές δεκάδες χιλιάδες.

[11]. Νίκος Ζαχαριάδης: «Θέσεις για την ιστορία του ΚΚΕ», εκδ. «Γνώσεις», Αθήνα, χ.χ., σελ. 31.
[12]. Νίκος Μπελογιάννης: «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1998, σελ. 187.

Στοιχεία για το αφιέρωμα αντλήθηκαν
από το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τόμος Α2.

Πηγή: Ριζοσπάστης

(Visited 1.271 times, 1 visits today)