Η Ανοδος και η Πτώση του «Αδιάφθορου» – Μέρος 3ο
227 χρόνια από το θάνατο του Μαξιμιλιανού Ροβεσπιέρου
Συνέχεια από το 2ο Μέρος
Η κατάσταση μετά την εξέγερση της 10ης Αυγούστου
Η εξέγερση της 10ης Αυγούστου δεν άλλαξε τα πάντα. Οι Γιρονδίνοι παραμένουν μία ισχυρή δύναμη.
Μία δύναμη κοινωνικού κύρους εξαιτίας του ανώτερου μορφωτικού επιπέδου τους και της οικονομικής τους δύναμης κι έχουν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι θα κερδίσουν τις εκλογές του Σεπτέμβρη.
Από την άλλη μεριά, μια μεγάλη μερίδα των Ιακωβίνων, παρασυρμένοι και από τις δυνάμεις που συσπειρώνει η Κομμούνα, εκφράζουν όλο και μεγαλύτερες απαιτήσεις, με κίνδυνο να αποσπαστούν από τις μεγάλες λαϊκές μάζες, που δεν καταφέρνουν να τους παρακολουθήσουν.
Η ηγεσία των Γιρονδίνων δεν πρόκειται να αφήσει την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη, και ο Ροβεσπιέρος αντιλαμβάνεται γρήγορα τον κίνδυνο.
Καταλαβαίνει ότι η παράταξή του έχει να κάνει ακόμη πολλά προς την κατεύθυνση της διαφώτισης των μαζών.
Οι δυνάμεις του απέναντι στους πιο ριζοσπαστικούς είναι περιορισμένες.
Δεν καταφέρνει, για παράδειγμα, να αποτρέψει τις σφαγές των υπόπτων φυλακισμένων το Σεπτέμβρη.[1]
Η αγωνία του είναι η συσπείρωση των λαϊκών, μικροαστικών αλλά και αστικών δυνάμεων, του συνόλου δηλαδή των «πατριωτών».
Συνάμα τον απασχολεί ο τρόπος υπεράσπισης των λαϊκών ελευθεριών απέναντι στην κοινοβουλευτική αυθαιρεσία. Βάζει τα θεμέλια για ένα καινούργιο Σύνταγμα.
Στο μεταξύ πλησιάζει ο χρόνος των εκλογών, που για πρώτη φορά θα γίνουν με καθολική ψηφοφορία, παρά την εμπόλεμη κατάσταση.
Ο Ροβεσπιέρος παλεύει για τον εκδημοκρατισμό του εκλογικού συστήματος. Το νέο σώμα αντιπροσώπων θα πάρει το όνομα «Συμβατική» σύμφωνα με την ορολογία της Αμερικάνικης Δημοκρατίας.
Οργανό του για τη νίκη των Ιακωβίνων στις εκλογές είναι βέβαια η Κομμούνα του Παρισιού, η ασφαλιστική δικλίδα ελέγχου της πολιτικής εξουσίας.
Παρά τις κατηγορίες των αντιπάλων του, ο Ροβεσπιέρος δεν υποστήριξε ποτέ του ένα καθεστώς δικτατορίας της Κομμούνας του Παρισιού.
Κι αυτό επειδή γνωρίζει πολύ καλά άτι η νίκη της 10ης Αυγούστου δεν έχει κανένα νόημα αν περιοριστεί στο Παρίσι. Έχει ανάγκη από τη συναίνεση των δημοκρατικών δυνάμεων ολόκληρης της χώρας.
Στο μεταξύ, από την επομένη της 10ης Αυγούστου, ο λαός απαιτεί από την υπό διάλυση Νομοθετική να πάρει δραστικά μέτρα ενάντια στους προδότες αντεπαναστάτες.
Η αλήθεια είναι ότι, εδώ και τρία χρόνια, η Επανάσταση δεν απόκτησε ποτέ κάποιο ειδικό όργανο για την τιμωρία των προδοτών.
Η Νομοθετική υποχωρεί και ψηφίζει τη σύσταση ενός Έκτακτου Στρατοδικείου για την τιμωρία της ελβετικής φρουράς, που τόλμησε να στρέψει τα όπλα της ενάντια στο λαό, τις πρωινές ώρες της 10ης Αυγούστου.
Από το βήμα της Κομμούνας, στις 15 του Αυγούστου, ο Ροβεσπιέρος καταγγέλλει το μέτρο σαν φανερή υποκρισία.
Το θέμα δεν είναι να τιμωρηθούν τα εκτελεστικά όργανα της αυλής, οι Ελβετοί μισθοφόροι, αλλά οι πραγματικοί εγκέφαλοι της προδοτικής συνωμοσίας, όπως, για παράδειγμα, ο Λαφαγιέτ.
Μετά τον τρόμο που ενέπνευσε η λαϊκή εξέγερση της 10ης Αυγούστου, η αντίδραση άρχισε και πάλι να ανασυντάσσεται κι έτοιμη να περάσει στην αντεπίθεση.
Ο Νταντόν, για να αποδιοργανώσει την αντίδραση, πετυχαίνει την έγκριση των «επισκέψεων κατ’ οίκον».
Τρεις χιλιάδες αντιδραστικοί συλλαμβάνονται και κλείνονται στις φυλακές. Πρόκειται κυρίως για κερδοσκόπους – συνωμότες που περίμεναν την είσοδο των Πρώσων στο Παρίσι.
Οι εκκαθαρίσεις στο Παρίσι ανταποκρίνονται στην επιθυμία των «αβράκωτων». Στην Επιτροπή Ασφαλείας, από τις 31 του Αυγούστου, συμμετέχει και ο Μαρά.
Ο Ροβεσπιέρος ωστόσο προσπαθεί να διακρίνει την πορεία των εξελίξεων πέρα από τα πρόσφατα γεγονότα αντεκδικήσεων, και την ίδια μέρα, στις 31 του Αυγούστου, στην Κομμούνα, επισημαίνει την ανάγκη μιας μόνιμης επαφής της επαναστατικής ηγεσίας με το λαό:
«Πρέπει όλοι να αποσυρθούμε στις περιφέρειές μας, να εκθέσουμε την κατάσταση στο λαό, να ζητήσουμε τη γνώμη του για τη συμπεριφορά μας, να του εναποθέσουμε στα χέρια του την εξουσία που μας παρέδωσε, κι αν κρίνει ότι πρέπει να συνεχίσουμε, τότε πρέπει να του ζητήσουμε τα μέσα για να παραμείνουμε μέχρι θανάτου στις θέσεις μας».[2]
Οι εκλογές και η σύγκρουση στη Συμβατική
Στις αρχές του Σεπτέμβρη 1792 το κλίμα είναι βαρύ. Ανησυχητικές φήμες κυκλοφορούν στο Παρίσι.
Ο Ροβεσπιέρος φοβάται μήπως οι εξελίξεις οδηγήσουν τους Γιρονδίνους στην προδοσία.
Ο εχθρός προελαύνει ενώ γίνονται οι ετοιμασίες για τις εκλογές.
Τελικά ο Ροβεσπιέρος εκλέγεται ως πρώτος αντιπρόσωπος του Παρισιού. Μαζί του και οι Σεν-Ζιστ και Μαρά.
Στις 20 του Σεπτέμβρη γίνεται η έναρξη των εργασιών της Συμβατικής. Το πρώτο ψήφισμα είναι καθεστωτικό.
Η Γαλλία από εκείνη τη μέρα παύει να είναι Βασίλειο και γίνεται Δημοκρατία. Πρόκειται για την επισημοποίηση της νίκης της 10ης Αυγούστου.
Σαν αρχηγός της παράταξης των Ορεινών, ο Ροβεσπιέρος συσπειρώνει στη Συμβατική γύρω από τους Ιακωβίνους όλα τα ριζοσπαστικά στελέχη του επαναστατικού κινήματος, και ήδη ετοιμάζει τις επιθέσεις του ενάντια στους Γιρονδίνους.
Τις επόμενες μέρες του Σεπτέμβρη οι Γιρονδίνοι περνούν στην αντεπίθεση απευθύνοντας ανοιχτές κατηγορίες προς τον Ροβεσπιέρο και τον Μαρά.
Ολος ο Οκτώβρης πέρασε μ’ αυτή τη διαμάχη, και στις 5 του Νοέμβρη, ο Ροβεσπιέρος από τη θέση του κατηγορούμενου κάνει στην ουσία τη δίκη των αντιπάλων του.
Οι κύριοι κατήγοροι, Λουβέ και Ρολάν, εξευτελίζονται.
Η επιχειρηματολογία της «νομιμότητας» είναι ο στόχος των μύδρων του Ροβεσπιέρου:
«Ολα αυτά τα πράγματα (για την εξέγερση της 10ης Αυγούστου) τότε ήταν αντίθετα στο νόμο, τόσο αντίθετα στο νόμο όσο η επανάσταση, όσο η ανατροπή της μοναρχίας και της Βαστίλης, τόσο αντίθετα στο νόμο όσο η ίδια η ελευθερία. Δεν μπορεί κανείς να θέλει την επανάσταση χωρίς επανάσταση».[3]
Η Συνέλευση, αθωώνοντας πανηγυρικά τον Ροβεσπιέρο, υιοθετεί την ιακωβίνικη αντίληψη της επαναστατικής πολιτικής.
Η Ανοδος και η Πτώση του «Αδιάφθορου» – Η καταδίκη κι εκτέλεση του Λουδοβίκου Καπέτου
Η επόμενη μάχη θα δοθεί γύρω από το ζήτημα της δίκης του Λουδοβίκου.
Η απαγγελία κατηγορίας εναντίον του Λουδοβίκου άργησε να κινηθεί. Οι γιρονδίνοι δεν βιάζονταν καθόλου. Εύχονταν κρυφά να αναβληθεί η δίκη.
«Αν δικαστεί, είναι νεκρός»,
είπε ο Νταντόν, και πραγματικά η Συμβατική έπρεπε τώρα να διαλέξει:
Να τον κηρύξει ένοχο ή να καταδικάσει τη 10η Αυγούστου.
Από τις 16 του Οκτώβρη η νομική επιτροπή συσκεπτόταν για τη διαδικασία. Στις 7 του Νοέμβρη ο Μελ (Mailhe) υπέβαλε μια έκθεση που κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η Συμβατική ήταν το κατάλληλο δικαστήριο.
Ενώ οι αρχηγοί των γιρονδίνων δεν έπαιρναν συγκεκριμένη θέση, ο Σεν Ζιστ στις 13 του Νοέμβρη έφερε την αντιπαράθεση στο πολιτικό πεδίο:
«Οι ίδιοι άνθρωποι που θα δικάσουν τον Λουδοβίκο έχουν να θεμελιώσουν μια δημοκρατία.
Εκείνοι που αποδίδουν οποιαδήποτε σημασία στη δίκαιη τιμωρία ενός βασιλιά δεν θα θεμελιώσουν ποτέ μια δημοκρατία.
[…] Δεν βλέπω μέση οδό: αυτός ο άνθρωπος πρέπει να κυριαρχεί ή να πεθάνει […] Δεν μπορεί κανείς να κυριαρχεί αθώα […] Κάθε βασιλιάς είναι ένας αντάρτης και σφετεριστής».[4]
Η ανακάλυψη του «σιδερένιου ερμαριού», μιας κρύπτης κατασκευασμένης σε έναν τοίχο του παλατιού του Κεραμεικού, επιβεβαίωσε στις 20 του Νοέμβρη τις συμφωνίες του βασιλιά με τους αντεπαναστάτες. Αυτό έκανε σχεδόν αδύνατη μια παραπέρα αναβολή της διαδικασίας.
Στις 3 του Δεκέμβρη ο Ροβεσπιέρος τροποποίησε τη θέση του Σεν Ζιστ:
«Ο βασιλιάς δεν είναι κατηγορούμενος και εσείς δεν είσαστε δικαστές. Δεν έχετε να εκδώσετε μια απόφαση υπέρ ή κατά ενός ανθρώπου, αλλά να πάρετε ένα μέτρο για το καλό του κράτους».[5]
Παρά κάποιους ελιγμούς των γιρονδίνων για να το καθυστερήσουν, η διαδικασία άρχισε στις 11 του Δεκέμβρη με την απαγγελία της κατηγορίας.
Στις 26 ο Raymond DeSèze σαν επιλεγμένος συνήγορος του βασιλιά έκανε την κομψή και ευσυνείδητη αγόρευσή του, που στηριζόταν στην αρχή της βασιλικής ασυλίας, η οποία ήταν συνταγματικά θεμελιωμένη.
Οι γιρονδίνοι προσπάθησαν να κάνουν έναν νέο αντιπερισπασμό ζητώντας λαϊκή ψηφοφορία.
Ο Ροβεσπιέρος ανταπάντησε στις 28 του Δεκέμβρη και προειδοποίησε για τον κίνδυνο, που θα επέσυρε στη χώρα μια σύγκληση των πρωτοβάθμιων συνελεύσεων γι’ αυτό το σκοπό.
Στις αρχές του Γενάρη του 1793, στο Γράμμα στους εντολοδότες του έβγαζε το εξής συμπέρασμα για την κυριαρχία του λαού:
«Ο λαός έχει ήδη δύο φορές βγάλει την απόφασή του για τον Λουδοβίκο: Πρώτα, όταν πήρε τα όπλα για να τον εκθρονίσει και να τον διώξει. Δεύτερο, όταν σας μεταβίβασε την άγια αποστολή να τον καταδικάσετε καθαρά και ξάστερα για το καλό της πατρίδας και για να δώσετε στον κόσμο το παράδειγμα…» [6]
Στις 14 του Γενάρη η Συμβατική όρισε τις τρεις ερωτήσεις στις οποίες έπρεπε να απαντήσουν οι αντιπρόσωποι:
— «Είναι ο Λουδοβίκος Καπέτος ένοχος της συνωμοσίας ενάντια στη γενική ελευθερία και των επιθέσεων ενάντια στην εθνική ασφάλεια;»
— «Πρέπει να γίνει προσφυγή στο έθνος για την ετυμηγορία;»
— «Τι τιμωρία θα πρέπει να επιβληθεί στον Λουδοβίκο;»
Στο ερώτημα για την ενοχή του Λουδοβίκου δόθηκε ομόφωνα καταφατική απάντηση με μερικές αποχές.
Η προσφυγή απορρίφτηκε με 426 ψήφους έναντι 278 ενώ η θανατική ποινή μετά από ονομαστική ψηφοφορία, που κράτησε 24 ώρες, ψηφίστηκε στις 17 του Δεκέμβρη με 387 ψήφους έναντι 334.
Στις 18 του Γενάρη απορρίφτηκε με 380 ψήφους έναντι 310 η αναβολή της εκτέλεσης μέχρι το τέλος του πολέμου.
Το κεφάλι του Λουδοβίκου του 16ου πέφτει στις 20 του Γενάρη 1793. Μαζί του κόβονται και οι γέφυρες επιστροφής στο Παλαιό Καθεστώς με την οποιαδήποτε «βελτιωμένη» μορφή.
Η Πτώση των Γιρονδίνων
Από την επομένη, η νεοσύστατη Γαλλική Δημοκρατία οφείλει να απασχοληθεί με σοβαρότερα προβλήματα.
Ηδη, οι λαϊκές μάζες, απαλλαγμένες από τις προκαταλήψεις του παρελθόντος, υιοθετούν την ιδέα της εξάλειψης των ακραίων ανισοτήτων της ιδιοκτησίας.
Ο Ροβεσπιέρος είναι οπαδός μιας μετριοπαθούς πολιτικής απέναντι στο θέμα της ιδιοκτησίας, και η σκέψη του εμπνέεται περισσότερο από ιδεαλιστικές απόψεις, παρά από οικονομικές γνώσεις.
Αποβλέπει από τη μια μεριά να υπερασπιστεί, κι από την άλλη να περιορίσει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας.
Γράφει σχετικά:
«Τα όσα είναι αναγκαία για την επιβίωση του ανθρώπου είναι εξίσου ιερά με τη ζωή του. Όλα όσα είναι αναγκαία για να διατηρήσουν τον άνθρωπο στη ζωή αποτελούν μια κοινή ιδιοκτησία του συνόλου της κοινωνίας. […]
Κάθε εμπορική αισχροκέρδεια, που γίνεται σε βάρος της ζωής του συνανθρώπου μου, δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν τίμιο εμπόριο, αλλά ληστεία και αδελφοκτονία…» [7]
Ο ιδεαλιστής Ροβεσπιέρος θέλει να πιστεύει ότι μπορεί να εξασφαλίσει σε όλα τα μέλη της κοινωνίας το μερίδιο των καρπών της γης που τους είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση της ύπαρξής τους.
Οι αντιλήψεις του εκφράζονται με τις εισηγήσεις του που ψηφίζονται από τη Συμβατική.
Αλλά τα ψηφίσματα αυτά εμπεριέχουν τη ρίζα της αντίφασης που θα φέρει και την τελική συντριβή του.
Με τον ίδιο ιδεαλιστικό τρόπο, ο Ροβεσπιέρος προσπαθεί να διατηρήσει την ενότητα του επαναστατικού κινήματος συσπειρώνοντας γύρω του τους «αβράκωτους», αλλά και τους μικροαστούς και τους αστούς.
Του είναι αδύνατο να δει τα πράγματα από οικονομική άποψη, και πιστεύει στην κάθαρση της κοινωνίας από τα αντεπαναστατικά στοιχεία ανεξαρτήτως ταξικής προέλευσης.
Συγκλονίζεται από τη δυστυχία του πεινασμένου λαού, αλλά δεν μπορεί να απαλλαγεί από τις μικροαστικές ιδεαλιστικές καταβολές του.
Εχθρεύεται τους Γιρονδίνους επειδή τους θεωρεί προδότες της Επανάστασης, κι όχι επειδή ανήκουν σε άλλη κοινωνική τάξη.
Ολη η επαναστατική δράση του Ροβεσπιέρου αναπτύσσεται μέσα στα πλαίσια της Συμβατικής, επειδή η Συμβατική δεν είχε καμία σχέση με το σημερινό Κοινοβούλιο.
Η Συμβατική ήταν στην ουσία η ίδια η κυβέρνηση της Γαλλίας και το μοναδικό κέντρο εξουσίας, εφόσον αυτή διευθύνει, κυβερνά και κατευθύνει την Επανάσταση.
Η όποια πολιτική ενέργεια του Ροβεσπιέρου εκτός Συμβατικής πραγματώνεται πάντα σε σχέση με τη Συμβατική.
Είναι αδύνατο να διεξαχθεί διαφορετικά ο πολιτικός αγώνας.
Το ιδιαίτερο όμως χαρακτηριστικό της πολιτικής δράσης του Ροβεσπιέρου είναι:
Η μόνιμη επίκληση της επαναστατικής νομιμότητας.
Κι αυτό το χαρακτηριστικό τον καταξιώνει στα μάτια της ιστορίας. Για τη σκέψη του, η διαρκής και μόνιμη παρέμβαση του λαού στις πολιτικές εξελίξεις εντάσσεται μέσα στα πλαίσια του πολιτικού συστήματος.
Οσο κι αν φαίνεται φυσικό αυτό σήμερα, στην ουσία, το οφείλουμε στον Ροβεσπιέρο.
Εχοντας υπόψη λοιπόν, από τη μια μεριά το πλαίσιο της επαναστατικής νομιμότητας που εκφράζεται για τον Ροβεσπιέρο από τη Συμβατική, κι από την άλλη τον μικροαστικό ιδεαλισμό του, μπορούμε να κατανοήσουμε και τη στάση του απέναντι στα επεισόδια του χειμώνα του 1793, λίγες βδομάδες μετά τον αποκεφαλισμό του Λουδοβίκου.
Μάζες πεινασμένων διαδηλωτών ξεσηκώνονται, κι αντί να εκφράσουν τα αιτήματά τους στη Συμβατική, παραβιάζουν και ληστεύουν τους φούρνους για να προμηθευτούν το ψωμί που τους έλειπε.
Ούτε στιγμή δεν πέρασε από το νου του Ροβεσπιέρου ο οικονομικός χαρακτήρας των επεισοδίων.
Κατά τη γνώμη του, τα επεισόδια υποκινήθηκαν από τους αντεπαναστάτες, κατηγορώντας ανοιχτά σαν υποκινητές τους Γιρονδίνους, με αποτέλεσμα να δεχθεί επιθέσεις «από αριστερά» από τον Τύπο.
Οι Ιακωβίνοι αντιδρούν και σπάνε τα τυπογραφεία των Γιρονδίνων. Στο αδιέξοδο ο Ροβεσπιέρος προτείνει να ενισχυθεί η εξουσία της επαναστατικής διακυβέρνησης.
Η Συμβατική ψηφίζει νέες «επισκέψεις κατ’ οίκον», ενώ στα μέτωπα οι στρατιωτικές ήττες πολλαπλασιάζονται.
Τον ίδιο μήνα, ο στρατηγός Ντιμουριέ, συνωμοτεί με τους Γιρονδίνους, λιποτακτεί και περνά με το μέρος του εχθρού.
Στις 3 του Απρίλη, μετά την ολοφάνερη προδοσία της στρατιωτικής ηγεσίας, ο Ροβεσπιέρος ξεσπαθώνει:
«Είναι πια καιρός να σταματήσει η κωμωδία».
Εξωθεί τη Συμβατική να πάρει επαναστατικά μέτρα και απειλεί να παραιτηθεί:
«Πώς μπορώ να είμαι μέλος μιας επιτροπής που μοιάζει περισσότερο σαν συμβούλιο του προδότη Ντιμουριέ παρά με μια επιτροπή της Εθνικής Συμβατικής Συνέλευσης;» [8]
Ο αγώνας του ενάντια στους Γιρονδίνους προχωρεί στο αποκορύφωμά του.
Στις 18 του Μάη 1793, ανανεώνεται η Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας και τα καινούργια μέλη είναι όλα Γιρονδίνοι.
Οι εξελίξεις επιταχύνονται. Στις 26 του ίδιου μήνα, ο Ροβεσπιέρος στρέφεται και πάλι προς το λαό:
«Όταν ο λαός καταπιέζεται, όταν δεν έχει καμία άλλη ελπίδα εκτός από τον εαυτό του, θα ήταν προδότης όποιος δεν θα τον συμβούλευε να ξεσηκωθεί».[9]
Τη νύχτα της 27 προς 28 του Μάη, η Συμβατική καταργεί τη Γιρονδίνικη Επιτροπή, αλλά το επόμενο πρωί οι Γιρονδίνοι την επαναφέρουν.
Στις 31 του Μάη, εκδηλώνεται η καλύτερα και μεθοδικότερα οργανωμένη εξέγερση της Γαλλικής Επανάστασης.
Κάτω από τον όγκο της λαϊκής πίεσης, η Συμβατική αναγκάζεται να υποχωρήσει, και τελικά ψηφίζει την καθαίρεση και τη σύλληψη της ηγεσίας των Γιρονδίνων.
Η καθαίρεση των Γιρονδίνων είναι η μεγάλη νίκη της πολιτικής του Ροβεσπιέρου.
Από την επομένη προσπαθεί με κάθε τρόπο να αξιοποιήσει τη νίκη του. Γνωρίζει καλά πού βρίσκεται το κλειδί για την επιτυχία της Επανάστασης.
Ολοκληρώνεται με το 4ο Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. A. Soboul – W. Markov: «1789, Η Μεγάλη Επανάσταση των Γάλλων», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 202-203.
[2]. «Μαρά – Σεν Ζιστ – Ροβεσπιέρος, Κείμενα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 172.
[3]. A. Soboul – W. Markov: «1789, Η Μεγάλη Επανάσταση των Γάλλων, εκδόσεις «ΣΕ», σελ. 211.
[4]. Στο ίδιο, σελ. 216-217.
[5]. Στο ίδιο, σελ. 217.
[6]. Στο ίδιο.
[7]. «Μαρά – Σεν Ζιστ – Ροβεσπιέρος, Κείμενα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 174.
[8]. Στο ίδιο, σελ. 176.
[9]. Στο ίδιο.